εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 26/4/2023
Ως αντιαμερικανισμός νοείται η αντίθεση στην εξωτερική κυρίως πολιτική των ΗΠΑ. Υπάρχουν ωστόσο διαφορετικές κατηγορίες αντιαμερικανισμού. Σε ποια εντάσσεται ο προεκλογικός αντιαμερικανισμός του Ερντογάν;
Πρώτο, υπάρχει ο αντιαμερικανισμός που αντιτίθεται στην πολιτική των ΗΠΑ από τη σκοπιά της αντίθεσης στην καταλήστευση των λαών. Αντιτίθεται στις νεοαπακοικιοκρατικού τύπου συμβάσεις, στην ασυδοσία των πολυεθνικών, στην υπόθαλψη πραξικοπημάτων, στις επεμβάσεις των αμερικανικών πρέσβεων στα εσωτερικά των κρατών, στις στρατιωτικές επεμβάσεις των ΗΠΑ, στην υποδούλωση άλλων λαών, στον κατακερματισμό αδύναμων χωρών, στην ωμή καταπάτηση του διεθνούς δικαίου. Βιετνάμ, Νοτιοανατολική Ασία, Ιράκ, Αφγανιστάν, Συρία, Λιβύη, Σομαλία, Αφρική, Γιουγκοσλαβία, Λατινική Αμερική, Ελλάδα είναι μερικές μόνο από τις περιοχές που έχουν υποστεί τα παραπάνω.
Δεύτερο, υπάρχει ο αντιαμερικανισμός που αξιοποιεί την αρνητική εικόνα των ΗΠΑ εξαιτίας όλων των προαναφερομένων παρεμβάσεών τους. Την εκμεταλλεύεται όμως για να υποσκάψει το κύρος των ΗΠΑ και να το υποκαταστήσει με την οικονομική και πολιτική διείσδυση ενός άλλου ισχυρού κράτους.
Τρίτο, υπάρχει ο αντιαμερικανισμός παραλλαγή της δεύτερης κατηγορίας, που εκπορεύεται από φιλόδοξες περιφερειακές δυνάμεις. Οι δυνάμεις αυτές δεν αντιτίθενται στην καταλήστευση άλλων λαών, δεν είναι υπέρμαχοι της δημοκρατίας και της κοινωνικής προόδου. Αντίθετα, διεκδικούν το δικό τους μερίδιο σε περιφερειακό επίπεδο. Ενίοτε μπορεί να συγκρούονται με την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ προκειμένου να διαπραγματευθούν μαζί τους διεκδικώντας κάποιο μερίδιο στην κατανομή των σφαιρών επιρροής. Έναν τέτοιο αντιαμερικανισμό δεν αποκλείεται να δούμε στο μέλλον ακόμη και από τη Σαουδική Αραβία, μετά την προσέγγισή της με το Ιράν κατόπιν μεσολάβησης της Κίνας.
Είναι ολοφάνερο ότι ο αντιαμερικανισμός του καθεστώτος Ερντογάν εντάσσεται στην τελευταία κατηγορία. Αποτελεί πρωτίστως έκφραση εκείνου του τμήματος της τουρκικής μεγαλοαστικής τάξης που έχει λιγότερους δεσμούς με τη Δύση και που διαθέτει ένα μεγαλύτερο δυναμισμό και περιφερειακό σχέδιο. Με τον τρόπο αυτό επανειλημμένα ο Ερντογάν έχει διαπραγματευτεί και επιτύχει παραχωρήσεις από τις ΗΠΑ. Υπάρχει φυσικά και η δημαγωγική διάσταση που σχετίζεται με τις εκλογές και με την απεγνωσμένη προσπάθεια του Ερντογάν να τις κερδίσει.
Δεν πρέπει όμως να υπάρχουν αυταπάτες. Με τον Ερντογάν ή χωρίς αυτόν, η Τουρκία παραμένει ο αγαπημένος στρατηγικός εταίρος των ΗΠΑ στην περιοχή, ιδιαίτερα τώρα που χάνουν τα ερείσματά τους στη Μέση Ανατολή. Ακόμη και αν επικρατήσει ο Κιλιντσάρογλου, που θεωρητικά εκφράζει το δυτικόστροφο τμήμα της άρχουσας τάξης, η σχέση στρατηγικής συνεργασίας αλλά και διαπραγμάτευσης με τις ΗΠΑ θα συνεχιστεί. Η Τουρκία έχει μακρά παράδοση. Ακόμη και προς τη Σοβιετική Ένωση είχε κάνει μικρά ανοίγματα προκειμένου να επιτύχει ευνοϊκότερη μεταχείριση από τις ΗΠΑ.
Το πρόβλημα για την Ελλάδα είναι ότι παραμένει προσκολλημένη στο δόγμα “ανήκομεν στη Δύση” και μάλιστα χωρίς την ελάχιστη τακτική διαφοροποίηση. Οι πολιτικές δυνάμεις από την ακροδεξιά μέχρι την κεντροαριστερά παραμένουν με παραλλαγές στη γραμμή “δεδομένοι και πειθήνιοι σύμμαχοι των ΗΠΑ”.