Cat-1

ΑΡΘΡΑ

ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΙ ΤΟΜΟΙ

ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ

Σεπτεμβρίου 2020


 

εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 23/9/2020


Δυο επιλογές υπάρχουν ενόψει της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ όπου θα συζητηθούν οι σχέσεις της με την Τουρκία. Η πρώτη είναι να ακολουθήσει η Ελλάδα τη γραμμή της ΕΕ, στην πραγματικότητα δηλαδή αυτή της Γερμανίας. Μπορεί βέβαια να υπάρξουν επιμέρους μικρές αλλά όχι ουσιαστικές διαφοροποιήσεις της ελληνικής πλευράς, που δεν θα αλλάζουν την ουσία.

Η γραμμή αυτή έχει ως θεμέλιο την άποψη ότι η χώρα μας ούτε έχει τη δυνατότητα αλλά ούτε πρέπει να αποστασιοποιηθεί από τη Γερμανία και την ΕΕ. Υποστηρίζει ότι οι δυνάμεις της Ελλάδας είναι συγκεκριμένες και ότι η εξυπηρέτηση των συμφερόντων της μπορεί να γίνει μόνο ακολουθώντας την πολιτική των ισχυρών.

Στο πλαίσιο αυτής της άποψης η Ελλάδα πρέπει να συνηγορήσει στη δημιουργία ειδικής σχέσης ΕΕ – Τουρκίας, που προωθεί η Α. Μέρκελ, και πάνω εκεί να επιδρά ώστε να χαλιναγωγήσει την επιθετικότητα του τουρκικού αντιδραστικού καθεστώτος. Όμως, η πολιτική αυτή δεν είναι καινούργια. Είναι ταυτόσημη με την πολιτική της διακυβέρνησης Σημίτη. Έτσι και τότε, η κυβέρνηση Σημίτη προσδοκούσε ότι θα κατευνάσει την Τουρκία με το δέλεαρ της ΕΕ.

Η πολιτική κατευνασμού είναι γενικά επικίνδυνη και αυτό έχει αποδειχθεί ιστορικά με κορυφαίο παράδειγμα την πολιτική κατευνασμού του Χίτλερ. Αν κάποιες φορές μπορεί να αποδώσει κάτι, είναι μόνο όταν λαμβάνει σοβαρά υπόψη τις στρατηγικές επιδιώξεις της άλλης πλευράς. Η οικονομικά και πολιτικά κυρίαρχη τάξη της Τουρκίας έχει όμως σταθερή πολιτική επιδίωξη εδώ και δεκαετίες την αναθεώρηση του status quo στην περιοχή. Ειδικά μετά τη διακυβέρνηση Ερντογάν και την ανάδειξή της σε περιφερειακή δύναμη, οι επιδιώξεις αυτές είναι όχι απλά εμπεδωμένες αλλά έχουν διευρυνθεί.

Η κατάληξη της πολιτικής Σημίτη ήταν τα Ίμια, η Μαδρίτη και το Ελσίνκι όπου για πρώτη φορά η ελληνική πλευρά αναγνώρισε περισσότερες της μιας (υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ) διαφορές. Δηλαδή έμμεσα αναγνώρισε την ατζέντα των διεκδικήσεων τη Τουρκίας. Σήμερα, με τις αντιθέσεις ανάμεσα στις μεγάλες και στις περιφερειακές δυνάμεις να οξύνονται στο έπακρο, είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να έχουμε μια ακόμη πιο ολέθρια κατάληξη αφού η χώρα μας γίνεται έτσι πιόνι στις αντιπαραθέσεις των ισχυρών. Ο δρόμος της πρόσδεσης και υποταγής στους ισχυρούς οδηγεί αποδεδειγμένα στην απώλεια εθνικής κυριαρχίας. Ήδη Γερμανία και ΗΠΑ μας οδηγούν, ως πρώτο βήμα, σε έναν εφόλης της ύλης (των τουρκικών διεκδικήσεων) διάλογο με την Τουρκία.

Υπάρχει όμως και η άλλη επιλογή. Αυτή της εθνικής ανεξαρτησίας και της απεμπλοκής από τα παζάρια και τις επιδιώξεις της Γερμανίας, της ΕΕ, των ΗΠΑ. Ένα πρώτο βήμα στη λογική αυτή θα ήταν να μπλοκαριστούν όλες οι αποφάσεις της ΕΕ και του ΝΑΤΟ όσο δεν ικανοποιούνται οι ελληνικές θέσεις περί σεβασμού του διεθνούς δικαίου. Ένα ηχηρό βέτο, όπως της Κυπριακής Δημοκρατίας ενάντια στις κυρώσεις της ΕΕ για τη Λευκορωσία, θα μπορούσε να αποτελέσει μια μικρή πρόγευση στην παραπάνω κατεύθυνση.


εφημ. Documento, 13/9/2020


Μπροστά στο ανθρώπινο δράμα στη Μόρια δοκιμάζεται, αν δεν αποκαλύπτεται ο πολιτισμός μας, η ανθρωπιά μας. Υπάρχει ωστόσο και ένα τμήμα της κοινωνίας που με μένος στρέφεται ενάντια στους απόκληρους των προσφυγικών γκέτο. Πρόκειται για φαινόμενο που έχει παρατηρηθεί και σε άλλες ιστορικές περιόδους. Για παράδειγμα, κατά την πρώτη περίοδο της ναζιστικής κατοχής, τόσο στην Ελλάδα όσο και αλλού, ο φόβος, η ανασφάλεια, το άγχος της επιβίωσης, η καταπίεση οδήγησαν σε μια ακραία εκδήλωση ατομικιστικών συμπεριφορών, στην εγωιστική “ησυχία”, στην αδιαφορία για το διπλανό που μπορεί να υποφέρει περισσότερο από εμάς. Ακόμη χειρότερα, ο αδύναμος διπλανός βαφτίστηκε κάποιες φορές εχθρός για να μην αναγκαστούμε να αντιμετωπίσουμε τον πραγματικό εχθρό που ήταν και είναι πανίσχυρος.

Ένα ανάλογο φαινόμενο παρατηρείται και σήμερα σε τμήμα της κοινωνίας μας. Οι συμπεριφορές αυτές μάλιστα καλλιεργούνται συνειδητά ή τουλάχιστον ευνοούνται από την κυβέρνηση και το χώρο της ακροδεξιάς. Οι δυνάμεις αυτές στρέφουν στοχευμένα την οργή των καθημαγμένων λαϊκών στρωμάτων ενάντια στους ακόμη πιο ευάλωτους και αδύναμους. Έτσι, επιχειρούν να αποπροσανατολίσουν και να κρύψουν τις βαθιά άδικες πολιτικές που εφαρμόζουν και οι οποίες οδηγούν στην όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων. Γιατί η ουσία βρίσκεται ακριβώς εκεί: τόσο η οικονομική κρίση όσο και η υγειονομική επέφεραν μια ακόμη μεγαλύτερη συσσώρευση πλούτου σε λίγα χέρια σε βάρος της μεγάλης πλειοψηφίας του πληθυσμού που είδε το βιοτικό της επίπεδο και τα δικαιώματά της να κατακρημνίζονται.

Για την τραγωδία της Μόριας ευθύνη έχουν οι κυβερνήσεις της ΕΕ. Μεταχειρίστηκαν τους πρόσφυγες ως ανθρώπινα σκουπίδια, ως υποπροϊόντα των πολέμων που εκείνες ενθαρρύνουν και τροφοδοτούν για τα συμφέροντα των πολυεθνικών και των νεοαποικιοκρατιών τους σχεδίων αλλά και της χρόνιας καταλήστευσης των πόρων των χωρών του τρίτου κόσμου. Και στη συνέχεια φόρτωσαν στις πλάτες της Ελλάδας και της Τουρκίας το βάρος της διαχείρισης του κοινωνικού προβλήματος αρνούμενες να δεχτούν το ελάχιστο: την υποδοχή προσφύγων και την κατανομή τους σε όλη την ΕΕ. Ευθύνη έχουν και οι ελληνικές κυβερνήσεις που συνέπραξαν ή ανέχτηκαν αυτή την πολιτική της ΕΕ.

Λύσεις ανθρωπιάς και αλληλεγγύης υπάρχουν: με την αποσυμφόρηση των νησιών, την κατανομή των προσφύγων ισότιμα σε όλη την ΕΕ, με την παροχή των αναγκαίων κονδυλίων για τη δημιουργία ανθρώπινων συνθηκών διαβίωσης τους. Κυρίως όμως με την συλλογική προσπάθεια και τον αγώνα για να σταμάτησουν οι επεμβάσεις και οι πόλεμοι στην περιοχή.

Να υπογραμμίσω ότι το παράδειγμα της κατοχής, που προανέφερα, μας διδάσκει και κάτι ακόμη: ότι το αρχικό σοκ της εγωιστικής αναδίπλωσης και της υποταγής διαδέχτηκε η αντίρροπη κίνηση. Ακολούθησε η ψυχική ανάταση του συλλογικού, οργανωμένου απελευθερωτικού αγώνα, της αντίστασης, της αλληλεγγύης και της ανθρωπιάς.

Χρέος μας στον άνθρωπο να πάψουν να υπάρχουν Μόριες.

 


 

εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 10/9/2020


Έχει γίνει πλέον φανερό ότι το ΝΑΤΟ και η ΕΕ χαλιναγωγούν την χώρα μας και την οδηγούν σε ένα διάλογο εφ’ όλης της ύλης με την Τουρκία είτε μέσω θερμού επεισοδίου είτε χωρίς. Στο τέλος της διαδικασίας διαλόγου, στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα μείνει α. η αμφισβήτηση της κυριαρχίας δεκάδων ή και εκατοντάδων νησιών, β. η Ελλάδα δεν θα αποκτήσει, όπως δικαιούνται όλες οι χώρες, αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ. στο Αιγαίο, γ. η υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ θα κατανεμηθεί, όχι με τα αντικειμενικά κριτήρια που ορίζει το διεθνές δίκαιο της θάλασσας αλλά με βάση την αντίληψη της Τουρκίας. Αυτή είναι η λεγόμενη “συνεκμετάλλευση” για την οποία πρωτίστως ενδιαφέρονται οι πολυεθνικές επιχειρήσεις και οι μεγάλες δυνάμεις.

Στην πραγματικότητα χρειαζόμαστε μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση. Μια πολιτική που θα κατοχυρώνει την ασφάλεια και τα κυριαρχικά δικαιώματα της πατρίδας μας. Το πρώτιστο είναι η μη αμφισβήτηση της κυριαρχίας των νησιών και η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. Η υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ έπονται. Το ΝΑΤΟ και η ΕΕ δεν θέλησαν ποτέ μέχρι σήμερα να βοηθήσουν στην κατεύθυνση αυτή. Ούτε τώρα είναι πρόθυμοι να το πράξουν. Τα γεγονότα βοούν και δεν θα μπω στον κόπο να τα παραθέσω.

Είναι καιρός για τολμηρές αποφάσεις. Αντιμετωπίζοντας ανάλογα τραγικά διλήμματα το 1974 ο Κων. Καραμανλής, παρότι υπέρμαχος της ατλαντικής συμμαχίας, οδήγησε τη χώρα εκτός στρατιωτικού σκέλους του ΝΑΤΟ. Το 1978 απείλησε ακόμη και με ολοκληρωτική έξοδο. Οι κινήσεις αυτές ανάσχεσαν σχετικά την επιθετικότητα του τουρκικού αντιδραστικού καθεστώτος. Θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικές, αν δεν ήταν πολιτικός ελιγμός (γεγονός που το γνώριζαν φυσικά οι ΗΠΑ) και αν όντως η Ελλάδα αποδεσμευόταν από το ΝΑΤΟ.

Ο λαός μας σήμερα έχει ανάγκη μια τολμηρή πολιτική εθνικής ανεξαρτησίας. Σε μια τέτοια πρωτοβουλία δεν θα είμαστε μόνοι. Αντίθετα, η Ελλάδα θα μπορεί τότε με αξιώσεις να αξιοποιήσει τη συνδρομή των δύο μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, της Ρωσίας και της Κίνας αλλά όχι βέβαια να ανταλλάξει την αμερικανική επικυριαρχία με τη ρωσική ή την κινεζική.

Η Ρωσία και η Κίνα, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν έχουν την αναθεωρητική στάση που έχουν οι ΗΠΑ έναντι του διεθνούς δικαίου. Η τοποθέτηση του υπουργού Εξωτερικών Σ. Λαβρόφ για τη συμφωνία Τουρκίας και Λιβύης για την ΑΟΖ ήταν χαρακτηριστικά ευμενέστερη για την Ελλάδα από ό,τι η αντίστοιχη των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της Γερμανίας - ΕΕ. Το ίδιο ξεκάθαρη ήταν η προχτεσινή τοποθέτηση του ΥΠΕΞ της Ρωσίας για το δικαίωμα της Ελλάδας στα 12 ν.μ., πράγμα που οι ΗΠΑ δεν έπραξαν ποτέ. Άλλωστε η Ρωσία είναι εκείνη που βάζει φρένο στον Ερντογάν τόσο στη Συρία όσο και στη Λιβύη.

Αυτές οι πλευρές πρέπει να αξιοποιηθούν. Ανεξάρτητη και αδέσμευτη εξωτερική πολιτική χρειαζόμαστε. Θέλει αρετή και τόλμη η εθνική ανεξαρτησία.


 

εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 2/9/2020


Οι τελευταίες ημέρες της ελληνοτουρκικής κρίσης μπορούν να αποδειχθούν εξαιρετικά χρήσιμες. Κι αυτό επειδή κατά τη γνώμη μου σωρεύτηκαν μια σειρά αποτυχίες στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδας. Σπάνια αντιμετωπίζουμε μια τέτοια κατάσταση επανειλημμένων διαψεύσεων. Πλησιάζει ίσως η στιγμή κατά την οποία η συσωρευμένη ποσότητα θα μετατραπεί σε διαφορετική ποιότητα. Το στοιχείο αυτό μπορεί να αποκτήσει χαρακτήρα παιδαγωγικό .

Πρώτη αποτυχία: η προσδοκία ότι η ΕΕ θα υιοθετήσει κυρώσεις ενάντια στην επιθετικότητα του τουρκικού αντιδραστικού καθεστώτος διαψεύστηκε παταγωδώς και στην τελευταία σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών. Θα ήταν απρονοησία να περιμένει κανείς ότι θα διαφοροποιηθούν ουσιαστικά τα πράγματα στην επικείμενη σύνοδο κορυφής στα τέλη Σεπτεμβρίου. Και βέβαια το ζήτημα δεν είναι αν υπήρξε έγκαιρη προετοιμασία από ελληνικής πλευράς για να πειστούν οι εταίροι της ΕΕ. Τα χαρτιά είναι σημαδεμένα. Η Γερμανία (και όχι μόνο) έχει συγκεκριμένα συμφέροντα που υπαγορεύουν τη στάση της. Από την άλλη η Γαλλία δεν έχει τη δύναμη να επιβάλλει τη γραμμή της στην ΕΕ. Και για την όποια στήριξή της στην Ελλάδα πρέπει να είμαστε εξαιρετικά επιφυλακτικοί. Υπάρχουν ιστορικά προηγούμενα κατά τα οποία εγκατέλειψε την Ελλάδα εν μία νυκτί.

Δεύτερη αποτυχία: η προσδοκία ότι η παρέμβαση των ΗΠΑ θα διαφοροποιήσει επί της ουσίας της στάση του Ερντογάν. Θα πρέπει να εθελοτυφλεί κάποιος για να μην βλέπει το προφανές σε σχέση με την πάγια πολιτική των ΗΠΑ στα ελληνοτουρκικά.

Τρίτη αποτυχία: η ελπίδα ότι η μερική οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο θα μας εξασφάλιζε συμμαχίες. Έγινε ακριβώς το αντίθετο. Η Τουρκία αξιοποίησε το γεγονός ότι η συμφωνία προβλέπει μειωμένη επήρεια της Κρήτης για να ισχυροποιήσει ακόμη παραπέρα τα επιχειρήματά της. Το ίδιο ακριβώς θα συμβεί και με την τυχόν μερική επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στο Ιόνιο. Θα δώσει την ευχέρεια στην Τουρκία να υποστηρίξει ότι η Ελλάδα αποδέχεται έμμεσα ότι στο Αιγαίο δεν δικαιούται χωρικά ύδατα 12 ν.μ. Έγκριτοι καθηγητές του διεθνούς δικαίου έχουν επιχειρηματολογήσει σε ανύποπτο χρόνο για το ζήτημα.

Τέταρτη αποτυχία (επικείμενη): θα προκύψει από την αυταπάτη ότι η πιθανή ανάληψη της προεδρίας από τον Μπάιντεν θα αλλάξει τη στάση των ΗΠΑ. Αναφέρεται μάλιστα ως θετική προοπτική για την Ελλάδα να αναλάβει ο Ν. Μπερνς κρίσιμο πόστο στο υπουργείο Εξωτερικών. Μα ακριβώς ο Ν. Μπερνς κατά την κρίση των Ιμίων είχε δηλώσει: “οι ΗΠΑ δεν αναγνωρίζουν ελληνική ή τουρκική κυριαρχία στα Ίμια. Μπορεί να είναι και μερικά άλλα νησιά ή μικρές νησίδες επί των οποίων έχουμε παρόμοια θέση”.

Είναι καλό να αντιμετωπίζουμε την πραγματικότητα κατάματα. Και όταν αυτή το επιβάλλει να αλλάζουμε ριζικά προσανατολισμό εγκαταλείποντας τους δήθεν συμμάχους που μας πλοηγούν στα νερά της παραχώρησης κυριαρχικών δικαιωμάτων. Ας αναζητήσουμε άλλα, υπαρκτά στηρίγματα και κυρίως ας απευθυνθούμε στις ανεξάντλητες δυνάμεις του λαού για εθνική ανεξαρτησία και κυριαρχία.

ΒΙΒΛΙΑ

ΒΙΝΤΕΟ

ENGLISH EDITION