Cat-1

ΑΡΘΡΑ

ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΙ ΤΟΜΟΙ

ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ

Αυγούστου 2023

εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 28/7/2023


Δεν χρειάστηκε να περάσουν πολλές μέρες από το Βίλνιους για να αντιληφθούμε ότι η προσέγγιση Ελλάδας - Τουρκίας δεν είναι ουσιαστική. Το αντιδραστικό καθεστώς της Άγκυρας με συστηματικό τρόπο επαναφέρει όλη την αντζέντα των αντίθετων στο διεθνές δίκαιο διεκδικήσεών του σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου.

Μπορεί τελικά να αλλάξει η κατάσταση; Μπορεί κάποια στιγμή να ανοίξει ο δρόμος για την ελληνοτουρκική φιλία; Εύκολες λύσεις προφανώς δεν υπάρχουν. Ωστόσο, στην ταραγμένη εποχή μας είναι παραπάνω από αναγκαία η διατήρηση της ειρήνης και της εθνικής κυριαρχίας στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού και των αρχών του διεθνούς δικαίου.

Οι βασικοί όροι για μια τέτοια στροφή είναι τρεις.

Πρώτο, χρειάζεται η ανάπτυξη δραστηριοτήτων για την καλλιέργεια αισθημάτων φιλίας και αλληλεγγύης ανάμεσα τους λαούς. Ο παράγοντας αυτός μπορεί να αποτελέσει πολύ ισχυρό μοχλό στον αγώνα για ειρήνη στην περιοχή, για τον αμοιβαίο σεβασμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων. Υπάρχουν στην Τουρκία, όπως και στην Ελλάδα πολιτικά κόμματα, συνδικάτα, κοινωνικές οργανώσεις, σημαντικοί άνθρωποι της επιστήμης και του πολιτισμού που μπορούν να συνταχθούν με τέτοιες δράσεις. Η σημασία της κοινής γνώμης δεν πρέπει να υποτιμάται. Οι κυβερνήσεις είναι αναγκασμένες να λαμβάνουν υπόψη τους την κοινή γνώμη, τις διαμαρτυρίες, τα φιλειρηνικά αισθήματα και κινήματα των λαών.

Δεύτερο, δεν πρέπει να υπάρξει διακινδύνευση της ειρήνης και της ασφάλειας για συμφέροντα άλλων. Η εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων έχει νόημα μόνο αν τα οφέλη τα αποκομίσει κατά βάση ο ελληνικός λαός και όχι οι πολυεθνικές εταιρείες και οι μεγάλες δυνάμεις που ανταγωνίζονται θανάσιμα μεταξύ τους σε συνθήκες της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

Τρίτο, προβάλλει ολένα και πιο ανάγλυφα η ανάγκη διεθνοποίησης του προβλήματος και δημιουργίας διπλωματικού μετώπου. Η εμπειρία δεκαετιών αλλά και η εντελώς πρόσφατη έχει αποδείξει ότι το πρόβλημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων δεν μπορεί να παραμένει στα ασφυκτικά πλαίσια του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Σε όλη την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων και του κυπριακού είναι εμφανής η προσπάθεια των ΗΠΑ και της ΕΕ να περιορίσουν τη διαχείριση του ζητήματος στο πλαίσιο της δυτικής συμμαχίας. Με αυτό πετυχαίνουν να αναγορεύονται σε επιδιαιτητές με ό,τι οφέλη προκύπτουν από αυτό. Τους ενδιαφέρει η εδραίωση των δικών τους συμφερόντων και όχι βέβαια η υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας.

Αντίθετα, η παγκόσμια εμπειρία έχει πολλές φορές αποδείξει ότι ξεφεύγοντας από το νατοϊκό εναγκαλισμό και θέτοντας το ζήτημα ενώπιον της διεθνούς κοινότητας είναι σχετικά πιο εύκολο να βρεθούν σύμμαχοι ή έστω στηρίγματα που θα ασκήσουν πίεση στην επιθετική συμπεριφορά του τουρκικού αντιδραστικού καθεστώτος. Ζούμε στην εποχή της υποχώρησης της παντοδυναμίας των ΗΠΑ και της ανάδυσης άλλων δυνάμεων. Πολλές χώρες, για παράδειγμα, ζητούν να ενταχθούν ή να συνεργαστούν με την ομάδα των BRICS. Ας ληφθεί κι αυτό υπόψη.



 


 

https://www.in.gr/2023/07/24/in-analysis/synthiki-tis-lozanis-100-xronia-meta-oi-tessereis-pylones-tis-lozanis/


Η Συνθήκη της Λωζάννης μετρά εκατό χρόνια ζωής. Ανεξάρτητα από τις ειδικές πολιτικές συνθήκες υπό τις οποίες υπεγράφη, αποτελεί, σε συνδυασμό με το σύγχρονο διεθνές δίκαιο -δηλαδή το μετά β’ παγκόσμιο πόλεμο- θεμέλιο των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Ειδικότερα, περιλαμβάνει τέσσερεις σημαντικούς πυλώνες.



Η κυριαρχία των νησιών



Ο πρώτος αφορά στο καθεστώς κυριαρχίας των νησιών. Είναι γνωστό πως μια από τις σημαντικότερες διεκδικήσεις του αντιδραστικού καθεστώτος της Τουρκίας είναι η αμφισβήτηση της κυριαρχίας νησιών του Αιγαίου, οι λεγόμενες “γκρίζες ζώνες”. Κατά καιρούς η αμφισβήτηση αφορά από 100-150 μικρά νησιά μέχρι 3000 νησίδες και βράχους. Ένα μόνο από αυτά είναι τα γνωστά πλέον Ίμια.

Η Συνθήκη της Λωζάννης του 1923 στα άρθρα 12 και 16 ξεκαθάριζε ότι στην Τουρκία περιέρχονται μόνο τα νησιά Ίμβρος, Τένεδος, Λαγούσες και όσα βρίσκονταν εντός 3 μιλίων από τις τουρκικές ακτές και δεν παραχωρούνταν ρητά στην Ελλάδα. Σε ό,τι αφορά στα Δωδεκάννησα, από την ιταλοτουρκική Συνθήκη του 1932 και τη Συνθήκη του Παρισιού του 1947 προκύπτει χωρίς αμφιβολία ότι τα νησιά περιήλθαν στην ελληνική επικράτεια αφού η Ελλάδα υπήρξε ο καθολικός διάδοχος της Ιταλίας στην περιοχή.



Η αποστρατιωτικοποίηση



Ο δεύτερος πυλώνας σχετίζεται με τις αιτιάσεις του αντιδραστικού καθεστώτος της Άγκυρας για τη στρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου. Κατηγορεί την Ελλάδα ότι έχει εξοπλίσει τα νησιά παρότι οι σχετικές Συνθήκες δεν το επιτρέπουν. Πράγματι, η Συνθήκη της Λωζάννης στο άρθρο 13 όριζε τη μερική αποστρατιωτικοποίηση της Λέσβου, της Χίου, της Σάμου και της Ικαρίας, ενώ η προαναφερθεία Συνθήκη του Παρισιού όριζε την ολική αποστρατιωτικοποίηση των Δωδεκαννήσων.

Θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι η Τουρκία έχει δίκιο που διαμαρτύρεται για τη στρατωτικοποίηση των νησιών. Ωστόσο, πέρα από τις νομικές αμφισβητήσεις που προκύπτουν κατά τους διεθνολόγους από την ερμηνεία των ανωτέρω Συνθηκών, υφίσταται το δικαίωμα κάθε κράτους στην αυτοάμυνα. Πρόκειται για ένα αυτονόητο δικαίωμα συνυφασμένο με την έννοια της εθνικής κυριαρχίας. Για το λόγο αυτό κατοχυρώνεται εμφατικά στο άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ και, μάλιστα, υπερισχύει όποιων άλλων δεσμεύσεων έχει αναλάβει ένα κράτος στο πλαίσιο διεθνών συμφωνιών. Αυτό ενισχύεται, αν λάβει κανείς υπόψη την πραγματική κατάσταση των διαρκών απειλών της Τουρκίας καθώς και της ιστορικά πρόσφατης εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής μέρους της Κύπρου.



Οι μειονότητες



Ο τρίτος πυλώνας της Συνθήκης της Λωζάννης αφορά στις μειονότητες. Στο άρθρο 45 αναφέρεται -και ορθά- σε μουσουλμανικές μειονότητες στη δυτική (δηλαδή την ελληνική) Θράκη. Η αναφορά αυτή αφορούσε στους Τουρκογενείς, Πομάκους και Αθίγγανους (Ρομά), οι οποίοι συναποτελούσαν και συναποτελούν τις μουσουλμανικές μειονότητες της περιοχής. Με αυτή την έννοια η Συνθήκη της Λωζάννης θέτει νομικό φραγμό στην πάγια πολιτική των τουρκικών κυβερνήσεων να ταυτίζουν τις μουσουλμανικές μειονότητες μόνο με τους Τουρκογενείς.

Στην πραγματικότητα οι κυβερνήσεις της Τουρκίας κατορθώνουν και παρεμβαίνουν στις μειονότητες επειδή οι κυβερνήσεις της Ελλάδας τους έστρωσαν αντικειμενικά το έδαφος. Άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο, ακολούθησαν μια πολιτική διακρίσεων και καταπίεσης των μουσουλμανικών μειονοτήτων. Τις αντιμετωπίζουν σταθερά ως πολίτες β’ κατηγορίας ενώ κάποιες φορές αυτή η πολιτική πήρε ακραία χαρακτηριστικά. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι ίδιες οι ελληνικές κυβερνήσεις στέλνουν ένα μέρος των μειονοτήτων στην αγκαλιά του τουρκικού καθεστώτος.



Τα σύνορα



Ο τέταρτος πυλώνας καθορίζεται όχι τόσο από τη Συνθήκη καθεαυτή όσο από τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ. Η Συνθήκη προέβη στον καθορισμό των συνόρων με την εξαίρεση των Δωδεκαννήσων που περιήλθαν στην Ελλάδα με το β’ παγκόσμιο πόλεμο. Ο Καταστατικός Χάρτης -και η Τελική Πράξη του Ελσίνκι αργότερα- καθιέρωσε το απαραβίαστο των συνόρων, μια αρχή της οποίας η υπεράσπιση έχει πολύ μεγάλη σημασία στις μέρες μας. Οι μεγάλες παγκόσμιες (ή και περιφερειακές) δυνάμεις την αμφισβητούν έμπρακτα οδηγώντας τους λαούς στο σφαγείο με διάφορα εθνικιστικά ή άλλα προσχήματα, ενώ πίσω από αυτά βρίσκονται τα γεωπολιτικά τους συμφέροντα.

Συμπερασματικά, η Συνθήκη της Λωζάννης, μαζί βέβαια με τις αρχές του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, αποτελούν σήμερα νομικά θεμέλια για την ειρήνη και το σεβασμό της εθνικής κυριαρχίας. Οι λαοί της Ελλάδας και της Τουρκίας δεν έχουν κυριολεκτικά τίποτα να χωρίσουν. Αντίθετα, ο σεβασμός του διεθνούς δικαίου μπορεί να διασφαλίσει την ειρήνη και τη δυνατότητα να χαράξουν το μέλλον τους όπως επιθυμούν. Οι ηγεμονικές επιδιώξεις, οι παρεμβάσεις στα εσωτερικά άλλου κράτους, η αμφισβήτηση των συνόρων, της κυριαρχίας, του διεθνούς δικαίου μπορούν μόνο να οδηγήσουν σε περιπέτειες, ακόμη και σε αδελφοκτόνες συγκρούσεις. Το μέλλον βρίσκεται στη συνεργασία και στην αλληλεγγύη των δυο λαών.


 

εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 21/7/2023


Μετά τη συνάντηση στο Βίλνιους, προετοιμάζονται τα επόμενα βήματα για την αμερικανόπνευστη προσέγγιση Ελλάδας - Τουρκίας. Στόχος είναι να επιλυθεί η εκκρεμούσα διαφορά για την υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Τα αναπάντητα ερωτήματα είναι πολλά:

α. Πώς θα φτάσουμε στη Χάγη για την επίλυση της διαφοράς;

β. Τι θα περιλαμβάνει το συνυποσχετικό;

γ. Με βάση ποιούς κανόνες θα κρίνει το δικαστήριο; Με βάση το διεθνές δίκαιο της θάλασσας; Μα αφού η Τουρκία δεν έχει υπογράψει τη σχετική Σύμβαση.

δ. Άρα με βάση ποιους κανόνες; Αυτούς που θέλει η Τουρκία;

Στο φως των ερωτημάτων μόνο ανησυχία προκαλεί η δήλωση του έλληνα πρωθυπουργού ότι «οποιαδήποτε συμφωνία αυτού του τύπου μπορεί ενδεχομένως να συνεπάγεται και κάποιες υποχωρήσεις από κάποιες θέσεις οι οποίες μπορούν να αποτελούν την αφετηρία μιας διαπραγμάτευσης».

Τι θα γίνει με τις υπόλοιπες αξιώσεις της Τουρκίας; Τα ζητούμενα ιδίως είναι:

α. Να παραιτηθεί ρητά από την αμφισβήτηση της κυριαρχίας των νησιών.

β. Να σταματήσει επίσημα να θέτει θέμα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών.

γ. Να σταματήσει τις παραβιάσεις του εναέριου χώρου στο Αιγαίο.

Υπάρχει όμως και ένα άλλο πρωταρχικής σημασίας ζήτημα, αυτό των χωρικών υδάτων. Η Σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας ορίζει ρητά ότι τα κράτη έχουν δικαίωμα σε αιγιαλίτιδα ζώνη (ή χωρικά ύδατα, που είναι το ίδιο) μέχρι 12 ν.μ. Εκεί τα κράτη ασκούν πλήρη κυριαρχία.Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο τα 12 ν.μ. κηρύσσονται μονομερώς. Η συντριπτική πλειονότητα των κρατών έχει αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ. Η Τουρκία, παρότι δεν έχει υπογράψει την Σύμβαση, έχει ανακηρύξει χωρικά ύδατα στη Μαύρη θάλασσα 12 ν.μ. Υποστήριζε μάλιστα τον κανόνα των 12 νμ. πριν την υιοθέτηση της Σύμβασης. Οι ΗΠΑ και το Ισραήλ επίσης έχουν αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ. Ωστόσο, η Τουρκία έχει διακηρύξει με απόφαση της Εθνοσυνέλευσης ότι τυχόν επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας στα 12 ν.μ. θα αποτελέσει αιτία πολέμου (casus belli).

Να σημειωθεί ότι σήμερα, με αιγιαλίτιδα ζώνη 6 ν.μ. η Ελλάδα ελέγχει το 43% της επιφάνειας του Αιγαίου, η Τουρκία το 7% και τα διεθνή ύδατα είναι το 50% περίπου. Αν τα χωρικά ύδατα των δύο χωρών στο Αιγαίο επεκταθούν στα 12 ν.μ. η Ελλάδα θα ελέγχει το 71%, η Τουρκία το 9% ενώ τα διεθνή ύδατα θα περιοριστούν στο 20%.

Επομένως, από όλες τις απόψεις ξεπροβάλλει η σημασία της αιγιαλίτιδας ζώνης. Η υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ εκ των πραγμάτων έπεται. Για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης και την έναρξη επίλυσης της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ, θα μπορούσε να ζητηθεί από την Τουρκία να άρει το casus belli. Το ζήτημα όμως εδώ σκοντάφτει όχι τόσο στην Τουρκία όσο στο ότι οι ΗΠΑ είναι πάγια αντίθετες στην επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων.


ΒΙΒΛΙΑ

ΒΙΝΤΕΟ

ENGLISH EDITION