Cat-1

ΑΡΘΡΑ

ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΙ ΤΟΜΟΙ

ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ

Ιανουαρίου 2021


 

εφημ.ΤΑ ΝΕΑ, 21/1/2021


Καθώς πλησιάζει η ημερομηνία έναρξης των διερευνητικών ο κίνδυνος διολίσθησης από πάγιες θέσεις των ελληνικών κυβερνήσεων είναι εμφανής.

Πρώτη διολίθηση: Η κυβέρνηση υποστήριζε ότι δεν θα προσέλθει στις διερευνητικές αν δεν σταματήσουν οι προκλήσεις της Αγκυρας. Οι προκλήσεις συνεχίζονται ποικιλότροπα αλλά ο διάλογος ξεκινά.

Δεύτερη διολίσθηση: Επίσημη, πάγια θέση των ελληνικών κυβερνήσεων είναι ότι η μόνη εκκρεμούσα διαφορά ανάμεσα στα δύο κράτη είναι η υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Ωστόσο, στην αρχή ήταν η Α. Μέρκελ που έκανε λόγο για την ανάγκη διευθέτησης των θαλάσσιων ζωνών ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Οι περισσότεροι θεώρησαν ότι ήταν μια αναφορά στο ζήτημα της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ, το οποίο όντως εκκρεμεί και χρειάζεται η οριοθέτηση και διευθέτησή του ανάμεσα στα δύο κράτη. Λίγοι επισήμαιναν τότε ότι πίσω από τον όρο ενδέχεται να τίθεται υπό συζήτηση ο σκληρός πυρήνας της κυριαρχίας, δηλαδή τα χωρικά ύδατα των 12 ν.μ. Στα χωρικά ύδατα όμως με βάση το διεθνές δίκαιο μια χώρα ασκεί πλήρη κυριαρχία. Το δικαίωμα ασκείται μονομερώς. Σχετίζεται εκτός των άλλων με την ασφάλεια και την άμυνα ενός κράτους.

Στη συνέχεια ήρθε η ελληνική κυβέρνηση να υιοθετήσει την αμφίσημη αυτή τοποθέτηση. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός χρησιμοποίησε την έννοια των θαλάσσιων ζωνών αναφερόμενος στο αντικείμενο του διαλόγου στις διερευνητικές που αρχίζουν σε λίγες μέρες.

Παράλληλα, ψηφίστηκε η επέκταση των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο και αναμένεται να γίνει το ίδιο στην Κρήτη. Η μερική όμως επέκταση των χωρικών υδάτων μπορεί να έχει μια παρενέργεια: να παραμείνει μερική. Η πρόσφατη δήλωση του υπουργού εξωτερικών ότι η χώρα μας έχει δυνατότητα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα οπουδήποτε δεν καθησυχάζει απόλυτα. Το οπουδήποτε δεν ταυτίζεται με το παντού όπου έχει δικαίωμα. Παραπέμπει ίσως σε μια επιλεκτική επέκταση στο Αιγαίο, όπως εμμέσως πλην σαφώς υποδεικνύει το Βερολίνο; Μην ξεχνάμε εξάλλου την πάγια αντίθετη των ΗΠΑ στην επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Αιγαίο.

Τρίτη διολίσθηση: Το κυπριακό αποτελεί αντικειμενικά, ιστορικά, μέρος των ελληνοτουρκικών σχέσεων, παρότι βέβαια η Κύπρος είναι ανεξάρτητο κράτος μέλος του ΟΗΕ. Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, οι ΗΠΑ, η ΕΕ συνεχίζουν να εστιάζουν τη συζήτηση στις σχέσεις των δυο κοινοτήτων, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι ο πυρήνας του προβλήματος είναι η τουρκική κατοχή του 40% της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο ελληνοτουρκικός διάλογος στο παρελθόν περιλάμβανε ως μια πτυχή του το κυπριακό. Στο μεταξύ οι τουρκικές προκλήσεις στην Κύπρο συνεχίζονται. Δημιουργείται νέα στρατιωτική βάση της Τουρκίας. Από ελληνικής πλευράς υπάρχει αφωνία, αν και η Τουρκία θέτει όλες τις παράνομες διεκδικήσεις της στο τραπέζι.

Η τριπλή διολίσθηση γεννά κινδύνους. Και οι κίνδυνοι ανακύπτουν είτε από συνειδητή προσαρμογή της κυβέρνησης στις απαιτήσεις των ισχυρών (ΗΠΑ, Γερμανία) είτε εξ αντικειμένου από τον εγκλωβισμό της σε έναν προσχηματικό διάλογο από τον οποίο η Ελλάδα δεν θα μπορεί να εξέλθει αλώβητη για να μην χρεωθεί την αποτυχία του.


 

εφημ. Documento, 17/1/2021


Είναι ανήθικο, όχι απλώς αντιδημοκρατικό, εν μέσω πανδημίας η κυβέρνηση να νομοθετεί ερήμην της πανεπιστημιακής κοινότητας για ένα τόσο σοβαρό θέμα. Δεν θέλει να αφουγκραστεί ούτε τις αντιδράσεις εκείνων των πρυτανικών αρχών που είναι φιλικά προσκείμενες προς αυτήν. Χρησιμοποιεί ψεύδη για να επιτύχει τον στόχο της.

Ψεύδος 1: Αντίθετα από τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης, τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι η εγκληματικότητα στους χώρους των πανεπιστημίων στην Ελλάδα βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα, κάτω από τα αντίστοιχα ξένων χωρών. Δείχνουν επίσης ότι βρίσκεται σε χαμηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με τους υπόλοιπους κοινωνικούς χώρους.

Είναι ενδεικτικό ότι ο υπουργός κ. Χρυσοχοϊδης, απαντώντας σε σχετική ερώτηση βουλευτών της αντιπολίτευσης δεν προσκόμισε κανένα επιστημονικά συγκροτημένο στοιχείο παρά μόνο σκόρπιες αναφορές στην παραβατικότητα και σκόρπια παραδείγματα από τον τύπο.

Ψεύδος 2: Η κυβέρνηση δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι η εγκληματικότητα μειώθηκε σε όσα πανεπιστήμια του εξωτερικού διαθέτουν ειδική αστυνομία. Αντίθετα, επιστημονικές μελέτες δείχνουν ότι καθόλου δεν έχει μειωθεί (πχ. βιασμοί, σεξουαλικές επιθέσεις, παράνομη οπλοχρησία στις ΗΠΑ κλπ).

Ο στόχος: Άρα ο στόχος της κυβέρνησης είναι άλλος από τον επίσημα διακηρυγμένο. Είναι η φίμωση των ενοχλητικών φωνών. Φαίνεται ξεκάθαρα ιδίως στο άρθρο 17 του νομοσχεδίου: εκεί ποινικοποιείται ακόμη και η χρήση των υπαίθριων χώρων από τους φοιτητές για δραστηριότητες συνδικαλιστικές, ελεύθερης συζήτησης ή απλά ψυχαγωγικές.

Πρόκειται για ένα βαθιά αντιδημοκρατικό νομοσχέδιο που αντλεί το πρότυπό του από το καθεστώς Ερντογάν και επιχειρεί να μας γυρίσει στη δεκαετία του 1950. Αποτελεί έναν κρίκο στην αλυσίδα των αντιδημοκρατικών επιλογών της κυβέρνησης μαζί με το αντισυνταγματικό νομοσχέδιο για τις συναθροίσεις, την αντισυνταγματική απαγόρευση των συναθροίσεων, την συνεχή παράνομη αστυνομική βία και αυθαιρεσία.

Ακόμη και αν ψηφιστεί, η πανεπιστημιακή κοινότητα θα το καταστήσει ανενεργό, όπως συνέβη με τον ν. 815/1979. Θα προασπίσουμε την ελευθερία και τη δημοκρατία, το οξυγόνο της επιστημονικής γνώσης, της έρευνας και της προόδου της κοινωνίας.

εφημ. ΤΑ ΝΕΑ 13/1/2021


Αυτό σημειώνει ο Τούρκος λογοτέχνης και δημοσιογράφος Αχμέτ Αλτάν που είναι από το 2018 φυλακισμένος σε ισόβια, χωρίς δικαίωμα μείωσης της ποινής, σε απομόνωση, στα 71 του χρόνια με ολοφάνερα ψευδείς κατηγορίες για τρομοκρατία. Είναι ένας μόνο από τους χιλιάδες διανοούμενους, πανεπιστημιακούς, δημοσιογράφους, δικαστές, στρατιωτικούς που αργοπεθαίνουν στις φυλακές του καθεστώτος Ερντογάν. Και παράλληλα, καθώς ο τουρκικός λαός στενάζει από την φτώχεια, τις ανισότητες και την καταπίεση, το αντιδημοκρατικό καθεστώς αναπτύσσει την επιθετικότητά του σε πλείστα μέτωπα στην ευρύτερη περιοχή.

Με αυτή την Τουρκία θέλουν η Γερμανία, (οψίμως και η Γαλλία μετά τις διαφαινόμενες τουρκικές παραγγελίες για την αμυντική της βιομηχανία;), η Ευρωπαϊκή Ένωση να οικοδομήσουν μια ειδική σχέση, να κατανείμουν δηλαδή συμφέροντα και ζώνες επιρροής στην ευρύτερη περιοχή. Οι ΗΠΑ επίσης, ειδικά μετά την εκλογή Μπάιντεν, κινούνται στην ίδια λογική. Εξάλλου, δεν θα μπορούσε εύκολα η Γερμανία σε ένα τόσο ευαίσθητο θέμα και σε μια τόσο ευαίσθητη περιοχή να αναλαμβάνει και να αναπτύσσει πρωτοβουλίες χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των ΗΠΑ.

Τι μένει ως καταστάλαγμα από όλα αυτά; Η παρότρυνση έως πίεση προς την ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει σε διερευνητικές συνομιλίες με την Τουρκία. Και ιδού! Θα ξημερώσει η 25η Ιανουαρίου όταν αυτές θα ξεκινήσουν. Ακριβώς εικοσιπέντε χρόνια μετά την κρίση των Ιμίων.

Θα αναρωτηθεί κανείς; Είναι αρνητικός ο διάλογος; Από μόνος του σε καμιά περίπτωση. Αυτό που έχει όμως σημασία κάθε φορά είναι οι συνθήκες και η βάση της συζήτησης, η αντζέντα, οι κόκκινες γραμμές όπως συνηθίζεται να λέγονται. Αν επομένως οι συνομιλίες γίνονται με αντζέντα το σύνολο ή μέρος των τουρκικών παράνομων διεκδικήσεων, τότε υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Και ας υποστηρίζει η ελληνική πλευρά ότι θα θέσει μόνο θέμα θαλάσσιων ζωνών. Όταν επιπλέον προσέρχεται η χώρα μας σε διάλογο και η Τουρκία συνεχίζει τις προκλήσεις, οι συνομιλίες αποτελούν αρνητική, ίσως και επικίνδυνη, εξέλιξη. Καθόλου τυχαία δεν ήταν η πρόκληση στα Ίμια την ημέρα ακριβώς της κρίσης στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ. Όταν επικρέμεται η απειλή πολέμου (casus belli) προς την Ελλάδα σε περίπτωση που ασκήσει το απόλυτα νόμιμο δικαίωμά της για επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ., όπως επιτάσσει το διεθνές δίκαιο, συνιστούν πρόβλημα οι διερευνητικές.

Αναρωτιέται κανείς αν τα σενάρια που διοχετεύουν τα μέσα ενημέρωσης της γειτονικής Αλβανίας, μετά την επίσκεψη του προέδρου Ράμα στην Αθήνα, προετοιμάζουν την κοινή γνώμη και προδιαγράφουν την κατάληξη των συνομιλιών. Τι υποστηρίζουν τα σενάρια; Ότι ο διάλογος θα καταλήξει σε ένα σύμφωνο που θα προβλέπει την επιλεκτική εφαρμογή των 12 ν.μ., την συνδιαχείριση των πόρων στο Αιγαίο (έξω από τους κανόνες του διεθνούς δικαίου), την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών. Αν τυχόν επαληθευτεί κάτι τέτοιο, θα σημαίνει καθεστώς μειωμένης κυριαρχίας για την πατρίδα μας.



 

εφημ. Documento, 10/1/2021


Η έκπληξη από τα γεγονότα στο Καπιτώλιο αλλά και η σχετική ηρεμία που σταδιακά αποκαθίσταται δεν πρέπει να μας αποτρέψουν από την εξαγωγή κάποιων σημαντικών διδαγμάτων. 1. Τα όσα συνέβησαν στις ΗΠΑ είναι σύμπτωμα μιας βαθιάς, μακροχρόνιας κρίσης και όχι κάτι συγκυριακό. Η αμερικανική δημοκρατία δεν ήταν ποτέ αρκετά δημοκρατική. Σίγουρα δεν ήταν το πρότυπο της δημοκρατίας όπως την διαφήμιζαν και συνεχίζουν να την διαφημίζουν πολλοί.

2. Διαθέτει ένα άκρως αντιδημοκρατικό εκλογικό σύστημα που κατά καιρούς έχει επιτρέψει τη μετατροπή της μειοψηφίας σε πλειοψηφία. Τελευταίο παράδειγμα ήταν η εκλογή Τραμπ ο οποίος εκλέχτηκε πρόεδρος, παρότι είχε μερικά εκατομμύρια ψήφους λιγότερους από την αντίπαλό του. Και δεν ήταν η πρώτη φορά. Το σύστημα αυτό εξάλλου αποκλείει ουσιαστικά άλλους πολιτικούς σχηματισμούς. Περιορίζει ασφυκτικά τις επιλογές των ψηφοφόρων ανάμεσα στα δύο κόμματα που τόσο μοιάζουν μεταξύ τους στα στρατηγικά, θεμελιώδη ζητήματα. Οι εκλογές δεν είναι κάν άμεσες. Είναι έμμεσες καθώς οι φηφοφόροι επιλέγουν εκλέκτορες. Δεν λείπει ενίοτε η νοθεία όπως συνέβη το 2000, που οδήγησε στην επικράτηση του Μπους έναντι του Γκορ.

3. Στις ΗΠΑ, περισσότερο και πιο εμφανώς από κάθε άλλη χώρα, “ο πλούτος αγοράζει εξουσία”: μέσα μαζικής ενημέρωσης, εκλογές, συνειδήσεις, αντιπροσώπους, προέδρους.

4. Το προεδρικό σύστημα είναι από τη φύση του προσωποπαγές, συγκεντρωτικό και άρα δυνάμει επικίνδυνο για τη δημοκρατία. Παρά τα όποια θεσμικά αντίβαρα του Αμερικανικού Συντάγματος η συγκέντρωση εξουσίας έχει οδηγήσει εδώ και πολλές δεκαετίες τους προέδρους να αποφασίζουν και να διεξάγουν δεκάδες αιματηρούς πολέμους χωρίς τη συναίνεση του Κογκρέσου, όπως απαιτεί το Σύνταγμα, και ακόμη περισσότερο χωρίς τη συναίνεση του αμερικανικού λαού: Βιετνάμ, Ιράκ, Κόλπος των Χοίρων (Κούβα), κρίση των πυραύλων το 1962 (που έφερε την ανθρωπότητα στο χείλος της καταστροφής) είναι μερικά μόνο παραδείγματα.

5. Η παρούσα κρίση κατέδειξε το διχασμό της αμερικανικής κοινωνίας που μαστίζεται από τις βαθιές κοινωνικές ανισότητες, τη φτώχεια, την κοινωνική αδικία, το ρατσισμό. Τα φαινόμενα αυτά προϋπήρχαν αλλά οξύνονται λόγω της οικονομικής κρίσης. Ο διχασμός αναζητεί διέξοδο. Ο ίδιος ο κρατικός μηχανισμός είναι διχασμένος όπως δείχνει η αστυνομική ολιγωρία ενώπιον των ακροδεξιών διαδηλωτών στο Καπιτώλιο.

6. Οι ΗΠΑ δεν έχουν το δικαίωμα να παραδίδουν μαθήματα δημοκρατίας στις άλλες χώρες. Επανειλημμένα έχουν επιβάλλει δικτατορίες (Ελλάδα, Λ. Αμερική, Αφρική, Ασία), έκαναν στρατιωτικές επεμβάσεις, άσκησαν πολιτική των κανονιοφόρων ή των οικονομικών πολέμων (Βενεζουέλα, Κούβα, Ιράν).

7. Τα πρόσφατα γεγονότα συμβάλλουν στην περαιτέρω αποδυνάμωση της διεθνούς θέσης των ΗΠΑ. Αυτό πρέπει να το λάβουμε σοβαρά υπόψη και να πάψουμε να είμαστε πειθήνιοι υποτακτικοί τους.

8. Η κρίση στις ΗΠΑ αποτελεί μέρος της γενικότερης τάσης συρρίκνωσης της δημοκρατίας σε όλα τα κράτη που μαστίζονται από την κρίση και όπου οι εφαρμοζόμενες πολιτικές οδηγούν στην ακραία κοινωνική ανισότητα.

9. Η κρίση της δημοκρατίας δεν είναι μονόδρομος. Μπορεί και σίγουρα θα υπάρξει αντιστροφή της κατάστασης. Την ανάλογη κρίση του μεσοπολέμου ακολούθησαν η αντιφασιστική νίκη των λαών, η άνοδος του εργατικού και εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος σε όλο τον κόσμο. Η ιστορία και η ανθρωπότητα προχωρούν από το σκοτάδι στο φως, έστω και με προσωρινά πισωγυρίσματα.



 

εφημ. ΤΑ ΝΕΑ 8/1/2021


Το πρόσφατο άρθρο στη “Γενί Σαφάκ” (άτυπο δημοσιογραφικό όργανο του καθεστώτος Ερντογάν) δείχνει τη φιλοδοξία της τουρκικής ολιγαρχίας: να λειτουργήσει ως περιφερειακή αλλά και εν δυνάμει παγκόσμια ιμπεριαλιστική δύναμη, ως τρίτος πόλος ανάμεσα στους δυο ισχυρούς πόλους (ΗΠΑ και ΕΕ vs Κίνα και Ρωσία). Τέτοιες διακηρύξεις αποτελούν όραμα και δυνατότητα. Αλλά κάθε δυνατότητα δεν μετατρέπεται οπωσδήποτε σε πραγματικότητα. Σε ένα τέτοιο σχέδιο περισσεύει κάποιες φορές η προπαγανδιστική υπερβολή. Εξάλλου, από τα πανάρχαια χρόνια οι άνθρωποι κραδαίνουν στον αέρα τα όπλα τους για να εντυπωσιάσουν και να φοβίσουν τους αντιπάλους τους.

Όλα αυτά όμως δεν παύουν να διαμορφώνουν μια ολοένα και πιο απειλητική κατάσταση για την ειρήνη στην περιοχή και για την εθνική μας κυριαρχία. Ο ένας δρόμος είναι ο κατευνασμός, ο επώδυνος συμβιβασμός και η με κάποιο τρόπο υποταγή στον ισχυρό και απειλητικό γείτονα.

Υπάρχει όμως και άλλος δρόμος. Μικρές και φτωχές χώρες έχουν πετύχει να διατηρήσουν την ειρήνη και την εθνική τους κυριαρχία έναντι πολύ ισχυρότερων γειτονικών επιθετικών κρατών. Η ιστορική εμπειρία, παλαιότερη και πρόσφατη, είναι πλούσια και αξίζει να μελετηθεί. Για μια τέτοια στρατηγική επιλογή απαιτείται μια ριζική αλλαγή στην κοινωνία, στην οικονομία, στην πολιτική.

Πρώτο, χρειάζεται στροφή στην κοινωνία. Όπως λέει ο J.F.C. Fuller “η καλή θέληση του πληθυσμού είναι η ηθική βάση της στρατιωτικής ισχύος”. Δεν μπορεί επομένως να υπάρξει αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας με ένα λαό διχασμένο από την εντεινόμενη κοινωνική ανισότητα, την αδικία, την αστυνομοκρατία, την επιλεκτική εφαρμογή των νόμων, την ευνοιοκρατία των “ημέτερων”.

Δεύτερο, χρειάζεται στροφή στην οικονομία. Χωρίς ισχυρή εθνική οικονομία, χωρίς οικονομική ανεξαρτησία, χωρίς μια στοιχειωδώς επαρκή βιομηχανική και τεχνολογική βάση, χωρίς εθνική κρατική αμυντική βιομηχανία, χωρίς διατροφική επάρκεια, καμιά χώρα δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων της. Όσο η χώρα μας θα είναι δευτερεύον εξάρτημα και συμπλήρωμα της οικονομίας των Η.Π.Α. και των ισχυρών της Ε.Ε., θα είναι ευάλωτη στις όποιες πιέσεις.

Όπως έχουν δείξει όλες οι μεγάλες κρίσεις, οι πόλεμοι, ακόμη και η πρόσφατη υγειονομική κρίση, τα ισχυρά ιδιωτικά οικονομικά συμφέροντα δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις παραπάνω ανάγκες, καθώς πάντοτε πρυτανεύει ως κυρίαρχο το κριτήριο της κερδοφορίας και όχι της προαγωγής των συμφερόντων του λαού. Δεν είναι, για παράδειγμα, δυνατό να υπάρχει αποτελεσματική άμυνα, αν οι τομείς των τηλεπικοινωνιών, της ενέργειας, της ναυπηγικής βιομηχανίας κυριαρχούνται από ιδιωτικά συμφέροντα, και μάλιστα ξένων επιχειρήσεων και χωρών. Άρα ο εκδημοκρατισμένος δημόσιος τομέας πρέπει να αποκτήσει κυρίαρχο ρόλο.

Τρίτο, χρειαζόμαστε αληθινούς συμμάχους και όχι “φίλους”, όπως η Γερμανία και οι ΗΠΑ, που μας προτρέπουν σε επώδυνους συμβιβασμούς με τον Ερντογάν. Για τούτο χρήσιμη είναι η επιλεκτική και προσεκτική επιλογή των συμμαχιών και όχι η μονομέρεια που χαρακτηρίζει πάγια τις κυβερνήσεις. Και πάντοτε με το κριτήριο ότι θα είμαστε σύμμαχοι, όχι υποτακτικοί. Όλα αυτά για να εξασφαλίζουμε ως λαός το σεβασμό, την ειρήνη και την ανεξαρτησία μας.



 

εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 29/12/2020


Υπάρχουν αντιφάσεις προωθητικές, που οδηγούν σε μια νέα, βελτιωμένη κατάσταση και υπάρχουν αντιφάσεις καταστροφικές, που οδηγούν στην οπισθοδρόμηση. Σε αυτή την τελευταία κατηγορία ανήκουν οι αντιφάσεις της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Μια από αυτές είναι η στάση της Ελλάδας έναντι των κυρώσεων προς την Τουρκία. Από τη μια πλευρά, με δεδομένη την άρνηση της ΕΕ να επιβάλλει κυρώσεις, η ελληνική πλευρά προσαρμόζει τη ρητορική της και την πολιτική της. Προσανατολίζεται προς την αξιοποίηση “θετικής” αντζέντας και πιθανά προς ένα νέο Ελσίνκι.

Αυτή όμως η θέση βρίσκεται σε αντίφαση με τη δημόσια έκφραση ικανοποίησης της ελληνικής κυβέρνησης για την επιβολή κυρώσεων των ΗΠΑ στην Τουρκία για τους S-400. Τελικά θέλει η κυβέρνηση την επιβολή κυρώσεων ή όχι; Γιατί δεν μπορεί τη μια φορά να είναι ικανοποιημένη και την άλλη όχι.

Υπάρχει και μια άλλη όψη του ζητήματος. Η Τουρκία, για δικούς της λόγους, με την αγορά του συγκεκριμένου οπλικού συστήματος άσκησε ένα θεμελιώδες δικαίωμα που έχουν όλα τα κράτη μέλη του ΟΗΕ: να χαράσσει αυτοτελώς την αμυντική της πολιτική. Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο αν σκεφτεί κανείς ότι ένα απο τα αγκάθια της διαφωνίας Τουρκίας - ΗΠΑ είναι ότι η Τουρκία απαιτεί τη μεταφορά αμυντικής τεχνογνωσίας κατά τη συνεργασία με τις ΗΠΑ και οι τελευταίες το αρνούνται. Και στο θέμα αυτό η Τουρκία διεκδικεί το αυτονόητο. Πράττει όπως κανονικά θα έπρεπε να πράττει και η Ελλάδα.

Πέρα από αυτά όμως η εξωτερική πολιτική οφείλει να λάβει υπόψη της το διεθνές πλαίσιο. Το επόμενο διάστημα αναμένεται η ένταση της αντιπαράθεσης της Δύσης προς τη Ρωσία και την Κίνα. Ένα βήμα στην κατεύθυνση αυτή είναι η προετοιμαζόμενη σύνοδος των 10 (G7 συν Ινδία, Αυστραλία, Ν. Κορέα). Τούτο συνεπάγεται ότι η Τουρκία θα αναδειχθεί ακόμη εντονότερα ως αυτό που είναι πάντα: στρατηγικός εταίρος για ΗΠΑ και ΕΕ. Αποτελεί μόνο ευκαιριακό, εύθραυστο εταίρο για τη Ρωσία και ενοχλητικό εταίρο για την Κίνα, αφού ευθυγραμμιζόμενη με τη Δύση στηρίζει τους αυτονομιστές Ουιγούρους.

Η Ελλάδα τι είναι από την άλλη; Ένας πειθήνιος εταίρος για ΗΠΑ και ΕΕ, ένας βολικός πελάτης της αμυντικής τους και όχι μόνο βιομηχανίας και ένας μάλλον αναξιόπιστος εταίρος για τη Ρωσία. Στην εποχή όμως της όξυνσης της διαπάλης ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις για την αναδιανομή των σφαιρών επιρροής, καλό θα ήταν να είμαστε προσεκτικοί. Οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν είναι μεγάλοι. Ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων της Βρετανίας με το δικό του τρόπο το είχε επισημάνει πρόσφατα σε συνέντευξή του.

Ας απαλλαγούμε από τις αντιφάσεις μας γόνιμα, προοωθητικά. Ο ελληνικός λαός δεν έχει κανένα συμφέρον να εμπέκεται στην αντιπαράθεση των γιγάντων. Αντίθετα, η ειρήνη και η υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας μπορούν να υπηρετηθούν με μια πολιτική ανεξαρτησίας και πολύπλευρης συνεργασίας. Η χώρα μας πρέπει να κρατά τις αποστάσεις της και να συνεργάζεται σε ισότιμη βάση με όλους.

ΒΙΒΛΙΑ

ΒΙΝΤΕΟ

ENGLISH EDITION