Cat-1

ΑΡΘΡΑ

ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΙ ΤΟΜΟΙ

ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ

Ιανουαρίου 2019


περ. Ουτοπία, τευχ. 127, 2018, σελ. 75-80
Ο Μαρξ μας έδωσε μια πολύτιμη ανάλυση για να αναγνωρίσουμε το είναι κάτω από το φαίνεσθαι της δημοκρατίας και ειδικότερα της αστικής δημοκρατίας. Αποκάλυψε τους βασικότερους, πλην όμως αδιόρατους μηχανισμούς ταξικής κυριαρχίας που συνιστούν την ουσία της δημοκρατίας στον καπιταλιστικό κόσμο1. Οι Μαρξ και Ένγκελς υπογράμμιζαν ότι στις σύγχρονες (αστικές) δημοκρατίες «ο πλούτος ασκεί έμμεσα την εξουσία του, μα γι’ αυτό την ασκεί πιο σίγουρα. Από τη μια πλευρά, με τη μορφή άμεσης εξαγοράς των υπαλλήλων… Από την άλλη, με τη μορφή της συμμαχίας κυβέρνησης και χρηματιστηρίου»2. Παραπέμποντας στο χωρίο αυτό του Ένγκελς και εμπλουτίζοντας την επιχειρηματολογία παραπέρα, ο Λένιν έγραφε ότι «σήμερα σ’ οποιαδήποτε ρεπουμπλικανική δημοκρατία ο ιμπεριαλισμός και η κυριαρχία των τραπεζών «ανάπτυξαν» σε εξαιρετική τέχνη και τους δυο αυτούς τρόπους υπεράσπισης και άσκησης της παντοδυναμίας του πλούτου»3.
Η ανάλυση του Μαρξ βοηθά ακόμη να κατανοήσουμε ότι η αστική δημοκρατία εξελίσσεται, μεταβάλλεται ανάλογα με την φάση ανάπτυξης του καπιταλιστικής οικονομίας και ανάλογα με το συσχετισμό των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων4.

Η “σιδερόφραχτη δημοκρατία” και οι αιτίες της

Στην ιστορική περίοδο που διανύουμε διακρίνεται ολοένα και καθαρότερα η τάση για τη διαμόρφωση μιας νέας φάσης. Θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε τάση προς τη “σιδερόφραχτη δημοκρατία”5. Ξεκίνησε δειλά δειλά μετά την κρίση της δεκαετίας του 1970. Εκείνη ακόμη την περίοδο δεν μπορούσε να ξετυλιχθεί η προσπάθεια ολοκληρωμένη. Υπήρχαν τα σοσιαλιστικά κράτη, που παρά το γραφειοκρατικό εκφυλισμό τους κατά τη δεκαετία του 1980 συνιστούσαν ακόμη αντίπαλο δέος.
Μετά το 1990 όμως και ιδίως μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης του 2008 παρατηρείται μια επιτάχυνση και εμβάθυνση της πορείας αυτής. Αρχικά τα πρώτα χρόνια μετά την καπιταλιστική παλινόρθωση στα πρώην σοσιαλιστικά κράτη, παρατηρήθηκε η αύξηση παγκόσμια του αριθμού των δημοκρατικών (σε κάποιο έστω βαθμό) καθεστώτων6. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι οι ανοιχτές δικτατορίες δεν ήταν πια αναγκαίες για την καταπολέμηση των επαναστατικών κινημάτων, τα οποία γνώρισαν ραγδαία υποχώρηση μετά το 1990. Η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή της Λ. Αμερικής.
Παράλληλα όμως εντατικοποιήθηκε η δραστική αποδυνάμωση των αστικών δημοκρατιών, ιδίως μετά το 2008. Η διαδικασία αυτή εξελίσσεται παράλληλα με μια άλλη: τη συσσώρευση του πλούτου σε ολοένα και λιγότερα χέρια. Αν πριν την κρίση το 1% του πλουσιότερου πληθυσμού του πλανήτη έλεγχε το 40% του παγκόσμιου πλούτου πριν 10 χρόνια, σήμερα ελέγχει περισσότερο από το 50%.
Η παράλληλη αυτή διαδικασία μας δίνει και το κλειδί της εξήγησης των εξελίξεων στις σύγχρονες δημοκρατίες. Η αστική τάξη επιχειρεί να απαλλαγεί από όλο το φορτίο των κατακτήσεων των λαών τόσο στο επίπεδο των εργασιακών σχέσεων όσο και στο επίπεδο της δημοκρατίας. Έχει ανάγκη κάτι τέτοιο εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Πρέπει να κάμψει κάθε αμφισβήτηση των μέτρων ριζικής αναδιανομής του πλούτου σε βάρος των ασθενέστερων. Από την άλλη, καθίσταται εφικτή μια τέτοια γιγάντια αντιστροφή εξαιτίας του αρνητικού συσχετισμού δύναμης για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Στόχος είναι η απαλλαγή από το σύνολο των κατακτήσεων του 20ού αιώνα, οι οποίες υπήρξαν καρπός της συγκρότησης και ανόδου του εργατικού κινήματος, των επαναστάσεων του αιώνα αυτού και της μεγάλης αντιφασιστικής νίκης των λαών το 1945.


Τα χαρακτηριστικά των σιδερόφραχτων δημοκρατιών

Οι αναλύσεις του Μαρξ, με αφορμή βέβαια φαινόμενα της εποχής του, μας έχουν δώσει τα μεθοδολογικά εργαλεία για να ερμηνεύσουμε τα χαρακτηριστικά αυτής της νέας φάσης. Τα νέα φαινόμενα εμπεριέχουν πλευρές παλαιότερων. Το νέο εμφανίζεται με τη μορφή του παλιού και το παλιό παρουσιάζεται ως νέο. Οι ολιγαρχίες “νοσταλγούν τις λιγότερο τέλειες και αναπτυγμένες και συνεπώς λιγότερο επικίνδυνες μορφές αυτής της κυριαρχίας7. Για μια ακόμη φορά στην ιστορία της η αστική τάξη είναι αναγκασμένη “να εκμηδενίζει τους όρους της ζωής κάθε κοινοβουλευτικής εξουσίας8.
Γι' αυτό σημειώνεται μετατόπιση του πολιτικού και κομματικού συστήματος προς το ακροδεξιό φάσμα. Ισχυροποιούνται κόμματα της ακροδεξιάς ή και αμιγώς φασιστικά. Παρατηρείται ανοχή ή ολιγωρία των κρατικών αρχών προς την εγκληματική δράση των τελευταίων. Ενσωματώνεται πλήρως στο πολιτικό σύστημα η ακροδεξιά. Καθίσταται κυβερνητικός εταίρος ή και αποκλειστικός διαχειριστής της κυβερνητικής εξουσίας.
Τα παραδοσιακά αστικά κόμματα ενσωματώνουν στον πολιτικό τους λόγο και πράξη στοιχεία και πρόσωπα της ακροδεξιάς. Ο κεντρώος Μακρόν ενσωματώνει αντιλήψεις και πρακτικές της ακροδεξιάς Λεπέν. Τα παραδείγματα είναι πολλά, με παραλλαγές φυσικά. Από τις κυβερνήσεις της Αυστρίας, της Ουγγαρίας, Πολωνίας μέχρι τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ισπανία, τις ΗΠΑ και την Βραζιλία. Η σοσιαλδημοκρατία έχει προ πολλού μετατοπιστεί κατά βάση στις θέσεις του νεοφιλελευθερισμού. Τα ελάχιστα μεταρρυθμιστικά ψήγματα, όπου απομένουν, δεν αλλάζουν την συνολική εικόνα.
Η μετατόπιση αυτή του πολιτικού και κομματικού συστήματος είναι προϊόν συνειδητής στροφής και επιλογής. Τα ακροδεξιά κόμματα χρηματοδοτούνται αφειδώς από το μεγάλο κεφάλαιο ή πάντως από ένα ισχυρό τμήμα του. Προβάλλονται συστηματικά οι απόψεις τους από τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης. Αυτό συνέβη για παράδειγμα με τον Τραμπ στις ΗΠΑ. Η ανάδειξή του και η στροφή του Ρεπουμπλικάνικου κόμματος σε ακροδεξιές θέσεις έγινε με τη χρηματοδότηση και στήριξη συγκεκριμένων ισχυρών επιχειρηματιών9. Αντίστοιχα συνέβη με το ακροδεξιό κόμμα AfD στη Γερμανία10 ή με το προσφάτως αναδυθέν ακροδεξιό Vox στην Ισπανία, ακόμη και με τις ρατσιστικές και άλλες απόψεις της “Χρυσής Αυγής” στην Ελλάδα11.
Βέβαια, η στήριξη αυτή μπορεί να βρίσκει απήχηση σε μέρος των λαϊκών στρωμάτων υπό το βάρος της απογοήτευσης από τη σοσιαλδημοκρατία αλλά και από την απουσία αξιόπιστης ριζοσπαστικής εναλλακτικής απάντησης, που στρέφει τμήμα του πληθυσμού στην εκλογική αποχή και στην πολιτική αδιαφορία.
Επιπλέον, σημειώνεται ένταση της -ήδη υπάρχουσας από το 19ο αιώνα κιόλας- απαξίωσης του Κοινοβουλίου και των αντιπροσωπευτικών θεσμών σε όφελος της εκτελεστικής εξουσίας και εξωθεσμικών κέντρων εξουσίας. Ο Μαρξ είχε επισημάνει στα μέσα του 19ου αιώνα την τάση αυτή: “η κοινοβουλευτική δημοκρατία στην πάλη της ενάντια στην επανάσταση βρέθηκε αναγκασμένη, μαζί με τα καταπιεστικά μέτρα, να ενισχύσει τους πόρους και το συγκεντρωτισμό της κυβερνητικής εξουσίας12. Η τάση αυτή εκδηλώνεται όχι μόνο ενώπιον επαναστατικής απειλής αλλά και ενώπιον οποιασδήποτε λαϊκής αντίδρασης.
Εντείνεται η παραβίαση των Συνταγμάτων από τους κυβερνώντες. Παραδείγματα είναι η αντισυνταγματική ψήφιση των μνημονίων στην Ελλάδα, οι αντισυνταγματικές καθαιρέσεις των προέδρων της Βραζιλίας και της Παραγουάης, η αντισυνταγματική συγκέντρωση εξουσίας στο πρόσωπο του προέδρου στις ΗΠΑ13. Εντείνεται η παραβίαση γενικότερα των νόμων από την πλευρά των κρατούντων, από τους διαπρύσιους κήρυκες της νομιμότητας, μαζί και η ατιμωρησία τους. Αν παρακολουθήσει κανείς το φαινόμενο Τραμπ14, που δεν αφορά μόνο τις ΗΠΑ, διαπιστώνει πόσο επίκαιρη γίνεται η ανάλυση του Μαρξ: “ιδιαίτερα στις κορυφές της αστικής κοινωνίας, ... επικράτησαν αχαλίνωτα νοσηρές και έκλυτες ορέξεις που κάθε στιγμή έρχονταν σε σύγκριση με τους ίδιους τους αστικούς νόμους15.
Εντείνεται στο έπακρο η χρήση αστυνομικής βίας, συχνότατα παράνομης, η προσφυγή στην κατάσταση πολιορκίας ή σε παραλλαγές της. Μεταβάλλεται προς το αντιδραστικότερο το νομοθετικό πλαίσιο το σχετικό με τις ελευθερίες. Ολοένα και περισσότερο η νομοθεσία τείνει να περιλάβει απαγορεύσεις στρεφόμενες ενάντια στα επαναστατικά κόμματα, σύμβολα, ιδέες. Παραδείγματα υπάρχουν άφθονα από την ΕΕ (Πολωνία, Ουγγαρία, Βαλτικές χώρες), την Βραζιλία και αλλού. Η νομολογία των δικαστηρίων μεταβάλλεται επίσης υιοθετώντας αντιδημοκρατικές ερμηνείες των νόμων ή επιλεκτική εφαρμογή τους με πιο έντονο ταξικό άρωμα. Παράλληλα, εντείνεται περαιτέρω ο αποκλεισμός και η κατασυκοφάντηση των επαναστατικών απόψεων από τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης.
Συμπερασματικά, όπου και στο βαθμό που η τάση προς τη σιδερόφραχτη δημοκρατία ολοκληρώνεται, θα προκύπτει κράτος με ποιοτική διαφορά σε σχέση με τις αστικές δημοκρατίες της μεταπολεμικής περιόδου στη Δ. Ευρώπη. Θα προσιδιάζει περισσότερο προς το τουρκικό πρότυπο του καθεστώτος Ερντογάν.


Το δημοκρατικό κέλυφος

Οι σιδερόφραχτες δημοκρατίες διατηρούν ωστόσο ακόμη το δημοκρατικό κέλυφος. Μια εκλογική διαδικασία, ένας στοιχειώδης πολυκομματισμός βοηθούν στη νομιμοποίηση της εξουσίας, παρέχουν την εντύπωση ότι υπάρχει δημοκρατία. Ταυτόχρονα όμως η γενική τάση δείχνει ότι πραγματοποιούνται αλλαγές που στοχεύουν στην επιβολή ακόμη πιο αντιδημοκρατικών εκλογικών συστημάτων και όρων διεξαγωγής των εκλογών σε σχέση με τους σημερινούς. Οι απαγορεύσεις κομμάτων, οι αποκλεισμοί από τα μέσα ενημέρωσης, το υψηλό οικονομικό κόστος συμμετοχής στις εκλογές είναι μερικά από αυτά.
Στις πιο ακραίες περιπτώσεις αναζητιούνται μέθοδοι περιορισμού του εκλογικού σώματος. Ούτε αυτό είναι κάτι εντελώς καινούργιο. Όλο το 19ο αιώνα υπήρχαν περιουσιακά κριτήρια για το εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Μέχρι το τέλος του β' παγκοσμίου πολέμου δικαίωμα ψήφου είχε το λιγότερο από το μισό του ενήλικου πληθυσμού. Στις ΗΠΑ μέχρι το 1965 υπήρχαν νόμιμοι αποκλεισμοί των αφροαμερικανών. Σήμερα, επίσης στις ΗΠΑ, σε διάφορες πολιτείες προωθούνται νομοθετήματα που αποκλείουν μέρος του φτωχότερου πληθυσμού από τις εκλογές. Πάγια επιδίωξη εξάλλου είναι η νόθευση της βούλησης του εκλογικού σώματος μέσω των εκλογικών συστημάτων. Κορυφαίο παράδειγμα συνιστούν και εδώ οι ΗΠΑ, όπου δυο φορές τα τελευταία χρόνια αναδείχθηκε πρόεδρος ο υποψήφιος που ήρθε δεύτερος σε ψήφους (Μπους και Τραμπ)16.
Ωστόσο, ακόμη και οι σιδερόφραχτες δημοκρατίες μπορεί να παραμεριστούν αν η αστική τάξη αισθανθεί και πάλι απειλητική την παρουσία της εργατικής τάξης. Αυτό συνέβη στο μεσοπόλεμο με την επιβολή του φασισμού, όταν η ύπαρξη της Σοβιετικής Ένωσης και η ισχυρή παρουσία του εργατικού κινήματος δημιουργούσαν εύλογους φόβους για τη σταθερότητα του αστικού καθεστώτος.
Σήμερα δεν υφίσταται τέτοια απειλή. Αν συγκροτηθεί όμως, “οι αστοί” θα βρεθούν αναγκασμένοι “να σπάσουν οι ίδιοι τη μοιραία αυτή νομιμότητα17. Αν η κυρίαρχη τάξη αντιμετωπίσει μια μείζονα απειλή για την οικονομική και πολιτική εξουσία της δεν θα διστάσει να παραμερίσει ακόμη και τα τελευταία δημοκρατικά προσχήματα. Είναι ενδεικτική η απάντηση του Μαρξ σε ερώτηση δημοσιογράφου στην εφημερίδα The World το 1871: “Η αγγλική αστική τάξη φάνηκε πάντα πρόθυμη να δεχτεί την απόφαση της πλειοψηφίας, όσο κατέχει το μονοπώλιο στις εκλογές. Αλλά να είστε σίγουρος ότι μόλις βρεθεί στη μειοψηφία σε ζητήματα που θεωρεί ζωτικής σημασίας, τότε θα βρεθούμε αντιμέτωποι με ένα νέο πόλεμο των δουλοκτητών18. Με τα μεταγενέστερα λόγια του Λένιν: η αστική τάξη για το προλεταριάτο σε κάθε σοβαρό, βαθύ, θεμελιακό ζήτημα επιφυλάσσει αντί για την “προστασία της μειοψηφίας” το στρατιωτικό νόμο ή τα πογκρόμ. Όσο πιο εξελιγμένη είναι η δημοκρατία, τόσο πιο κοντά βρίσκονται τα πογκρόμ ή ο εμφύλιος πόλεμος σε κάθε βαθιά πολιτική διάσταση, επικίνδυνη για την αστική τάξη19.
Σε κάθε περίπτωση το αν η τάση προς τη σιδερόφραχτη δημοκρατία ολοκληρωθεί, περισσότερο ή λιγότερο, εδώ ή αλλού, θα εξαρτηθεί τελικά από τη διακύμανση του συσχετισμού των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, από την ανάταξη πρωτίστως του επαναστατικού και εργατικού κινήματος.
1Βλ. Δ. Καλτσώνης, Τι είναι το κράτος; τι δημοκρατία χρειαζόμαστε;, Αθήνα, εκδ. Τόπος, 2016, σελ. 15 επ.
2 Βλ. Φ. Ένγκελς, Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1981, σελ. 184.
3 Βλ. Β.Ι.Λένιν, «Κράτος και επανάσταση», Άπαντα, τ. 33, σελ. 13.
4Βλ. αναλυτικότερα Δ. Καλτσώνης, Δίκαιο, οικονομική κρίση και δημοκρατία, Αθήνα, εκδ. Τόπος, 2014, σελ.
5Βλ. μια πρώτη θεώρηση της έννοιας εκείνη τη χρονική στιγμή στο Δ. Καλτσώνης, Ο Τσε για το κράτος και την επανάσταση, Αθήνα, εκδ. Τόπος, 2012, σελ. 191 επ.
6Βλ. St. Levitsky – D. Ziblatt, Πώς πεθαίνουν οι δημοκρατίες, Αθήνα, εκδ. Μεταίχμιο, 2018, σελ. 303.
7Βλ. Κ. Μαρξ, Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1987, σελ. 53.
8Βλ. Κ. Μαρξ, Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1987, σελ. 69-70.
9Βλ. St. Levitsky – D. Ziblatt, Πώς πεθαίνουν οι δημοκρατίες, Αθήνα, εκδ. Μεταίχμιο, 2018, σελ. 327-328.
10Βλ. σχετικό δημοσίευμα http://www.spiegel.de/international/germany/billionaire-backing-may-have-helped-launch-afd-a-1241029.html
11Βλ. Δ. Ψαρράς, Η μαύρη βίβλος της Χρυσής Αυγής, Αθήνα, εκδ. Πόλις, 2012, σελ. 192 επ.
12Βλ. Κ. Μαρξ, Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1987, σελ. 143-144.
13Βλ. St. Levitsky – D. Ziblatt, Πώς πεθαίνουν οι δημοκρατίες, Αθήνα, εκδ. Μεταίχμιο, 2018, σελ. 189 επ.
14Βλ. N. Klein, Το ΟΧΙ δεν είναι αρκετό, Αθήνα, εκδ. Λιβάνη, 2018.
15Βλ. Κ. Μαρξ, Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 ως το 1850, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 2000, σελ. 39.
16Βλ. St. Levitsky – D. Ziblatt, Πώς πεθαίνουν οι δημοκρατίες, Αθήνα, εκδ. Μεταίχμιο, 2018, σελ. 310.
17Βλ. τον πρόλογο του Φ. Ένγκελς στο Κ. Μαρξ, Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία από το 1848 ως το 1850, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 2000, σελ. 32.
18Βλ. Κ. Μαρξ, Για το κράτος, Αθήνα, εκδ. Εξάντας, 1989, σελ. 168.
19Βλ. Β.Ι.Λένιν, «Η προλεταριακή επανάσταση και ο αποστάτης Κάουτσκι», Άπαντα, τ. 37, σελ. 254.



δημοσιεύθηκε στην εφημ. Documento, 5/1/209

Η προεπαναστατική Κούβα

Η προεπαναστατική Κούβα ήταν μια χώρα σημαδεμένη από όλα τα χαρακτηριστικά των χωρών του τρίτου κόσμου: υπανάπτυξη, βαθιά φτώχεια, κοινωνική ανισότητα, εκμετάλλευση και καταπίεση του πληθυσμού. Η οικονομία και η πολιτική της χώρας ελεγχόταν πλήρως από τις ΗΠΑ. Οι σημαντικότερες επιχειρήσεις και οι μεγαλύτερες εκτάσεις ανήκαν σε συμφέροντα των ΗΠΑ. Χαρακτηριστική είvαι η υιoθέτηση από τη Συvτακτική Συvέλευση της Κoύβας τo 1900 της περίφημης τρoπoλoγίας Πλάτ. Η τρoπoλoγία αυτή, πoυ απoτέλεσε παράρτημα τoυ Συvτάγματoς, όριζε πως «η κυβέρvηση της Κoύβας δέχεται vα μπoρoύv oι Εvωμέvες Πoλιτείες vα ασκoύv τo δικαίωμα της επέμβασης για vα εξασφαλίζoυv μ'αυτή τηv αvεξαρτησία και κυβέρvηση ικαvή vα πρoστατεύει τη ζωή, τηv περιoυσία και τηv ελευθερία τωv ατόμωv». Οι ΗΠΑ αξιοποιούσαν την Κούβα κυρίως ως παραγωγό ζάχαρης αλλά και ως ένα τεράστιο καζίνο και πορνείο.
Ο λαός ήταν βυθισμένος στην ανέχεια. Η πλειoψηφία τoυ πληθυσμoύ ήταv αγρότες εξαθλιωμέvoι πoυ απασχoλoύvταv ως επoχιακoί εργάτες γης στις εκτάσεις πoυ κατείχε η “Γιoυvάιτεvτ Φρoυτ Κόμπαvι” και στη βιoμηχαvία ζάχαρης καθώς και φτωχoί μικρoϊδιoκτήτες αγρότες που με δυσκολία κατόρθωναν να επιβιώνουν. Περισσότερη από τη μισή καλλιεργήσιμη γη αvήκε στηv ιδιoκτησία βορειοαμερικάνικων επιχειρήσεων. Υπήρχαv επίσης οι εργατοϋπάλληλοι, oι φτωχoί μικρoέμπoρoι τωv πόλεωv καθώς και επιστήμovες, ελεύθερoι μικρoεπαγγελματίες αλλά και έvα στρώμα μεσαίωv αγρoτώv που επίσης ζούσαν στη φτώχεια και ήταν αντικείμενο σκληρής εκμετάλλευσης. Η πρόσβαση στο σύστημα υγείας ήταν κάτι άγνωστο, ειδικά για τις αγροτικές περιοχές, ενώ ο αναλφαβητισμός κάλπαζε.
Στην αντίπερα όχθη υπήρχε η εγχώρια ολιγαρχία. Απαρτιζόταv από τo μεγάλo κεφάλαιo πoυ είχε κυρίως εμπoρoμεσιτικό ρόλo σε σχέση με τις πολυεθνικές τωv ΗΠΑ ή κερδoσκoπoύσε στις υπηρεσίες, σε παρασιτικές δραστηριότητες και στo κύκλωμα της μαφίας (καζίvo, πoρvεία κλπ). Δεύτερος πυλώνας της ήταν οι μεγάλoι γαιoκτήμovες. Όλοι αυτοί στηρίζονταν σε ένα διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα. Μετά το 1952 ο πoλιτικός εκφραστής και στυλoβάτης τoυ εγχώριoυ και ξέvoυ μεγάλoυ κεφαλαίoυ ήταv η δικτατoρία τoυ Μπατίστα, μια χούφτα γκάνγκτερς με στολή.


Η επανάσταση

Οι εκρηκτικές κοινωνικές ανισότητες, η βαθιά φτώχεια και η σκληρή καταπίεση του δικτατορικού καθεστώτος οδήγησαν σε πολιτικές διεργασίες. Η κουβανέζικη επανάσταση υπήρξε μέρος των επαναστάσεων του 20ού αιώνα αλλά και ειδικότερα των αντιιμπεριαλιστικών και αντιαποικιοκρατικών επαναστάσεων που ξέσπασαν μετά την αντιφασστική νίκη των λαών το 1945. Άσκησε με τη σειρά της βαθιά επίδραση στις πολιτικές εξελίξεις στη Λ. Αμερική, στην Αφρική αλλά και παραπέρα.
Ο Φιδέλ Κάστρο ήταν ένας νεαρός δικηγόρος που είχε διακριθεί ήδη στον αγώνα ενάντια στην τυραννία. Αρχικά είχε σχέσεις με τη νεολαία του κεντροαριστερού “ορθόδοξου κόμματος” Ανήκε στην αριστερή, ριζοσπαστική πτέρυγά του. Διέρρηξε τις σχέσεις του με τη συμβιβασμένη ηγεσία του “ορθόδοξου κόμματος” και με μια μαγιά 1000 έως 1500 περίπου αγωνιστών ξεκίνησαν τον αγώνα ενάντια στη δικτατορία. Στις 26 Ιουλίου 1953 ο Φιδέλ Κάστρο, επικεφαλής μιας ολιγάριθμης ομάδας επαναστατών, επιχείρησε ανεπιτυχώς να καταλάβει το στρατόπεδο της Μονκάδα. Αυτή ήταν η πρώτη πράξη της ένοπλης αντιδικτατορικής επανάστασης στην Κούβα που έληξε με τη θριαμβευτική είσοδο των ανταρτών στην Αβάνα την 1 Ιανουαρίου 1959.
Διαχωρίζοντας από το παρελθόν του ορθόδοξου κόμματος και καλώντας σε μαχητική ενότητα, ο Φιδέλ Κάστρο έγραφε: “Το Κίνημα της 26ης Ιουλίου απευθύνει μια θερμή πρόσκληση για να πυκνώσει τις γραμμές του και είναι έτοιμο να δεχτεί με ανοιχτές αγκάλες όλους τους ειλικρινείς επαναστάτες της Κούβας, χωρίς καμιά επιφύλαξη, απ' όποιο κόμμα κι αν προέρχονται, και χωρίς να λογαριάζει τις τυχόν διχόνοιες που εκδηλωθήκανε κατά το παρελθόν”.
Στο Κίνημα 26 Ιούλη συμμετείχαν αγωνιστές διαφορετικών ιδεολογικο-πολιτικών προελεύσεων και πεποιθήσεων. Δεν είχαν όλοι το ίδιο εύρος και βάθος στις επιδιώξεις τους. Συμμετείχαν πρώην μέλη της Κομμουνιστικής νεολαίας, όπως ο Ραούλ Κάστρο, προσχώρησαν ανένταχτοι κομματικά κομμουνιστές όπως ο Φιδέλ Κάστρο και ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα. Υπήρχαν και απλώς οπαδοί της πτώσης της δικτατορίας και της αγροτικής μεταρρύθμισης.
Ο Φιδέλ Κάστρο και το “Κίνημα 26 Ιούλη” ακολούθησαν τρεις αρχές: πρώτο, η δικτατορία μπορούσε να πέσει μόνο με τον ένοπλο αγώνα. Δεύτερο ο ένοπλος αγώνας μπορούσε να είναι επιτυχής μόνο αν στηριζόταν σε ένα πλατύ μαζικό κίνημα και ένα πλατύ δίχτυ στήριξης σε πόλεις και χωριά. Τρίτο, η νίκη θα ερχόταν αν επιτυγχανόταν η ενότητα όλων των επαναστατικών, αντιδικτατορικών, δημοκρατικών δυνάμεων.
Οι στόχοι της επανάστασης είχαν διατυπωθεί ήδη στην απολογία του Κάστρο στο δικαστήριο μετά την επίθεση στη Μονκάδα και αποτέλεσαν το πρόγραμμα του Κινήματος 26 Ιούλη. Η επανάσταση είχε στόχο την ανατροπή της δικτατορίας και την εγκαθίδρυση μιας γνήσιας δημοκρατίας, την απαλλαγή από τη επικυριαρχία των ΗΠΑ, τη ριζική αγροτική μεταρρύθμιση με τη διανομή της μεγάλης γαιοκτησίας, την αναδιανομή του πλούτου σε όφελος των αδύναμων τάξεων και σε βάρος της εγχώριας ολιγαρχίας με την εθνικοποίηση των μεγάλων επιχειρήσεων.
Βαθμιαία, το Κίνημα 26 Ιούλη ριζοσπαστικοποιήθηκε κάτω από το βάρος της πραγματικότητας και των αναγκών. Συνεργάστηκε στενά με άλλες επαναστατικές δυνάμεις. Ενοποιήθηκαν μετά την επανάσταση σε μια ενιαία οργάνωση, το Κομμουνιστικό Κόμμα Κούβας. Η αντιδικτατορική αντιιμπεριαλιστική επανάσταση μετατράπηκε μετά το 1962 σε σοσιαλιστική με την εθνικοποίηση όλων των βασικών μέσων παραγωγής.


Οι κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές

Με τη νίκη της επανάστασης ξεκίνησαν η διανομή γαιών στους αγρότες και η εθνικοποίηση των μεγάλων επιχειρήσεων, πρώτα απ' όλα εκείνων που ανήκαν στις ΗΠΑ και στους συνεργάτες της δικτατορίας.
Παρά τις κατά καιρούς αναπόφευκτες αστοχίες και λάθη στην οικονομική πολιτική, το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων ανέβαινε σταθερά. Ειδικά τη δεκαετία του 1970 και 1980, όταν είχε σχετικά σταθεροποιηθεί η κατάσταση, η οικονομία της Κούβας αναπτυσσόταν κατά 10% κάθε χρόνο.
Αυτό είχε αντίκρισμα στην καθημερινή ζωή των πολιτών. Ο ρυθμός αύξησης της κατανάλωσης των εργαζομένων αυξανόταν κατά 2,8% ετησίως. Οι κοινωνικές δαπάνες κατ' άτομο αυξάνονταν 7,1% ετησίως. Ο μέσος εργαζόμενος στην Κούβα είχε αναμφισβήτητα καλύτερο επίπεδο ζωής από τον μέσο εργαζόμενο στην Καραϊβική αλλά και σε όλη τη Λ. Αμερική.
Ιδιαίτερα υψηλό ήταν και παραμένει το επίπεδο της δημόσιας υγείας και της δημόσιας παιδείας, το οποίο μπορεί να συγκριθεί με τα υψηλότερα επίπεδα των πλέον αναπτυγμένων χωρών. Το προσδόκιμο ζωής, που ήταν 41 έτη το 1958 είχε ανεβεί το 1985 ήδη στα 74,2 έτη. Σήμερα το προσδόκιμο ζωής σύμφωνα με τα στοιχέια του ΟΗΕ βρίσκεται στα 79 έτη για τους άντρες και στα 81 για τις γυναίκες. Αυτό φυσικά μόνον τυχαίο δεν είναι. Η Κούβα διαθέτει την υψηλότερη αναλογία γιατρών προς τον πληθυσμό σε όλο τον κόσμο. Διαθέτει επίσης πολύ υψηλής ποιότητας φαρμακευτική βιομηχανία.
Ήδη τα πρώτα κιόλας χρόνια μετά την επανάσταση εξαλείφθηκε ταχύτατα ο αναλφαβητισμός. Το 1958 υπήρχαν 1 εκατομμύριο αναλφάβητοι (23,6% του πληθυσμού άνω των 10 ετών), 1 εκατομμύριο ημιαναλφάβητοι, 600 χιλιάδες παιδιά που δεν πήγαιναν σχολείο και 10 χιλιάδες άνεργοι δάσκαλοι. Στις μέρες μας η Κούβα διαθέτει την υψηλότερη αναλογία εκπαιδευτικών προς τον πληθυσμό σε όλο τον κόσμο.


Η αντίδραση των ΗΠΑ

Η αντίδραση των ΗΠΑ υπήρξε και παραμένει λυσσώδης με στόχο την ανατροπή του επαναστατικού καθεστώτος και τη μη εξάπλωση του παραδείγματος της Κούβας σε άλλες χώρες της περιοχής. Τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν:
α. στρατιωτικά, μέσω της οργάνωσης ένοπλων αντιδράσεων στην επαναστατική κυβέρνηση. Κορυφαία τέτοια ενέργεια ήταν η εισβολή στον Κόλπο των Χοίρων το 1961 αλλά και ο ναυτικός αποκλεισμός το 1962 ο οποίος έφερε όλη την ανθρωπότητα στο χείλος της πυρηνικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στις δυο μεγάλες δυνάμεις της εποχής. Σε αυτές πρέπει να περιληφθούν και οι εκατοντάδες απόπειρες δολοφονίας του ιστορικού ηγέτη της Κούβας Φιδέλ Κάστρο, άλλες τρομοκρατικές ενέργειες όπως δολοφονίες δεκάδων στελεχών του επαναστατικού κόμματος, δολοφονίες διπλωματών, η ανατίναξη του βελγικού πλοίου στο λιμάνι της Αβάνας με σχεδόν 100 νεκρούς, η ανατίναξη αεροσκάφους της πολιτικής αεροπορίας, βομβιστικές επιθέσεις σε ξενοδοχεία της Κούβας, σε δυιλιστήρια, χρηματοδότηση και εξοπλισμός ένοπλων ομάδων, πυρπόληση φυτειών, βιολογικός πόλεμος με θύμα τον πληθυσμό και την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή κά. Οι νεκροί των παραπάνω ενεργειών είναι 3.478 και οι ανάπηροι 2.099.
β. οικονομικά, με τη μέθοδο του οικονομικού (εμπορικού και χρηματοπιστωτικού) αποκλεισμού. O μακρόχρονος οικονομικός αποκλεισμός έχει στοιχίσει, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της κουβανικής κυβέρνησης (που φαίνεται να τις αποδέχεται και η αμερικανική πλευρά) τουλάχιστον 1,1 τρις δολάρια στην οικονομία της χώρας. Πρόκειται για τον πλέον μακροχρόνιο οικονομικό αποκλεισμό στη σύγχρονη ιστορία. Ποτέ καμιά χώρα δεν υπέστη τέτοιο καθολικό αποκλεισμό.
Μέχρι το 1959 το 73% των εξαγωγών της Κούβας προοριζόταν για τις ΗΠΑ από όπου προερχόταν και το 70% των εισαγωγών. Τα μηχανήματα, τα εξαρτήματα, οι πρώτες ύλες, βασικά τρόφιμα προέρχονταν από τις ΗΠΑ. Με την απότομη και βίαιη διακοπή των οικονομικών σχέσεων που προκάλεσαν οι ΗΠΑ, η Κούβα κατάφερε να εξισορροπήσει κάπως την κατάσταση μόνο χάρη στην ταχύτατη ανάπτυξη οικονομικών σχέσεων με τη Σοβιετική Ένωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες. Το 1962 κιόλας, το 82% των οικονομικών της συναλλαγών διεξαγόταν με αυτές τις χώρες.
Μετά το 1990 και την καπιταλιστική παλινόρθωση στην Α. Ευρώπη οι ΗΠΑ έλαβαν περαιτέρω μέτρα αύξησης της οικονομικής πίεσης. Με τον τρόπο αυτό φιλοδοξούσαν να στραγγαλίσουν οικονομικά τη χώρα και να ανατρέψουν το καθεστώς ή πάντως, να εξασθενήσουν την αίγλη του. Για παράδειγμα:
α.με το νόμο Τοριτσέλλι του 1992 εντάθηκε ο αποκλεισμός. Στο εξής κάθε πλοίο που θα έδενε σε κουβανικό λιμάνι απαγορευόταν να εισέλθει στις ΗΠΑ για τους επόμενους 6 μήνες. Αυτό σήμαινε, στην καλύτερη των περιπτώσεων, ιδιαίτερα αυξημένα ναύλα για τα εμπορεύματα που εισάγονται ή εξάγονται από την Κούβα.
β.Το 1996 προστέθηκε ο νόμος Χέλμς-Μπάρτον βάσει του οποίου επιβάλλονται κυρώσεις σε όποιες επιχειρήσεις, οποιασδήποτε χώρας, εγκατασταθούν στην Κούβα αξιοποιώντας τις εγκαταστάσεις των εθνικοποιημένων από το 1959 επιχειρήσεων των ΗΠΑ. Σκοπός της ρύθμισης ήταν η αποθάρρυνση των ξένων επενδύσεων στην Κούβα.
γ.Βάσει άλλης ρύθμισης, οι αυτοκινητοβιομηχανίες της Ιαπωνίας ή της Ν. Κορέας πρέπει να μπορούν να αποδεικνύουν ότι δεν έχουν χρησιμοποιήσει κουβανικό νικέλιο προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα να πωλήσουν τα οχήματά τους στις ΗΠΑ. Παράλληλα, ισχύουν πάντοτε διάφοροι διοικητικοί και οικονομικοί περιορισμοί για τα ταξίδια πολιτών των ΗΠΑ προς την Κούβα.
Είναι προφανές ότι όλες οι παραπάνω πρακτικές συνιστούν παραβιάσεις του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και του διεθνούς δικαίου, ωμές παραβιάσεις της εθνικής κυριαρχίας της Κούβας. Ένα μέρος του εδάφους της Κούβας βρίσκεται ακόμη υπό την στρατιωτική κατοχή των ΗΠΑ: το Γκουαντάναμο όπου βρίσκεται το περιβόητο κολαστήριο.


Οι δυσκολίες μετά το 1990
Αν και πραγματοποιήθηκαν σοβαρά βήματα γαι την υπέρβαση της υπανάπτυξης, η Κούβα δεν πρόλαβε να οικοδομήσει μια στέρεη βιομηχανική και τεχνολογική βάση μέχρι το 1990. Η κληρονομιά της τριτοκοσμικής υπανάπτυξης βάραινε και δεν ήταν δυνατό να εξαλειφθεί σε μερικές δεκαετίες. Η συνεχής οικονομική και στρατιωτική πίεση των ΗΠΑ εμπόδιζε εξάλλου συστηματικά μια τέτοια εξέλιξη. Η συνεργασία με τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες βοηθούσε αλλά είχε και κάποια όρια. Εξάλλου, αναπόφευκτα ήταν και τα λάθη. Κατά τη δεκαετία του 1960 ο επαναστατικός ενθουσιασμός δημιούργησε συχνά την πεποίθηση ότι θα ήταν δυνατή μια γρήγορη μετάβαση στο στόχο και μια γρήγορη υπέρβαση των εμπορευματικών σχέσεων γενικά. Το λάθος διορθώθηκε τη δεκαετία του 1970.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 η κουβανική ηγεσία ξεκίνησε μια μεγάλη δημόσια συζήτηση με σκοπό τη βελτίωση των μεθόδων παρέμβασης στην οικονομία και την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας. Ο Φιδέλ Κάστρο κήρυξε την ανάγκη στροφής στη μελέτη της οικονομικής σκέψης του Ερνέστο Γκεβάρα, προκειμένου να αντληθούν από εκεί συμπεράσματα.
Η προσπάθεια έμεινε ημιτελής. Τα σχέδια αυτά αναγκαστικά εγκαταλείφθηκαν καθώς η κατάσταση άλλαξε δραματικά το 1991 όταν η χώρα έχασε τους βασικούς εμπορικούς της εταίρους εξαιτίας των ανατροπών στην πρώην Σοβιετική Ένωση και τα άλλα πρώην σοσιαλιστικά κράτη. Τότε βρέθηκε πλήρως απομονωμένη, χωρίς να μπορεί να πουλήσει ή να αγοράσει τα στοιχειώδη στην παγκόσμια αγορά. Ο αποκλεισμός των ΗΠΑ, που είχε επιβληθεί με την επικράτηση της επανάστασης και ήταν ήδη δυσβάσταχτος, απέκτησε καταθλιπτική επίδραση. To ΑΕΠ της Κούβας έπεσε κατά 35%. Το βιοτικό επίπεδο του λαού σημείωσε δραματική πτώση. Διαφυλάχτηκαν ωστόσο οι σημαντικότερες κατακτήσεις σε υγεία και παιδεία.
Για να επιβιώσει, η Κούβα προσανατολίστηκε στην ελεγχόμενη συνεργασία με το ξένο κεφάλαιο στον τομέα ιδίως του τουρισμού. Αναγκαστικά, η προσπάθεια σταδιακής εκβιομηχάνισης, που είχε ξεκινήσει το 1959 και ανακόπηκε βίαια το 1991, πέρασε μάλλον σε δεύτερη μοίρα. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 τα πράγματα άρχισαν να βελτιώνονται, αργά και επίπονα αλλά σταθερά. Τα δομικά όμως προβλήματα δεν έπαψαν να υπάρχουν εφόσον και ο διεθνής περίγυρος παρέμεινε εχθρικός.
Σήμερα, υπό την επίδραση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης έχει πληγεί ο τουρισμός, η βασική δηλαδή πηγή εισοδήματος της Κούβας. Ο αριθμός των τουριστών μειώθηκε λόγω της πτώσης των εισοδημάτων των εργαζομένων στις καπιταλιστικές χώρες. Οι τιμές των ειδών εισαγωγής αυξήθηκαν δραματικά. Μόνο για το 2011 η αύξηση των διεθνών τιμών προκάλεσε μια επιπλέον επιβάρυνση 800 εκατομμυρίων δολαρίων στις εισαγωγές της Κούβας.
Παράλληλα, η τιμή του βασικού εξαγώγιμου αγαθού της, του περιζήτητου άλλοτε νικελίου, έχει υποχωρήσει στο 1/3 της τιμής του 2008. Η αγροτική παραγωγή παραμένει προβληματική λόγω της παρατεταμένης ξηρασίας. Οι καταστροφές από τους τυφώνες που σάρωσαν τα τελευταία χρόνια το νησί δεν έχουν ακόμη ξεπεραστεί. Οι ρυθμοί ανάπτυξης του ΑΕΠ ήταν 1% το 2014, 4,4% το 2015, 1,6% το 2017 ενώ αναμένεται να είναι 2% το 2018.


Οι νέες οικονομικές κατευθύνσεις

Η οικονομική κρίση, λοιπόν, μαζί με μια σειρά συγκυριακούς παράγοντες και χρόνιες αδυναμίες του οικονομικού συστήματος της Κούβας οδήγησαν την ηγεσία της χώρας στην απόφαση να εισηγηθεί μια σειρά αλλαγές. Σε συνθήκες πλήρους καπιταλιστικής απομόνωσης η χώρα ήταν αναγκασμένη να προβεί σε ελεγχόμενο, περιορισμένο άνοιγμα στις εμπορευματικές σχέσεις, προκειμένου να επιβιώσει και να επιτύχει τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού. Για τον ίδιο λόγο διατηρεί τη δημόσια ιδιοκτησία στα βασικά μέσα παραγωγής και τον κρατικό σχεδιασμό στην οικονομία.
Ένας από τους βασικούς οικονομικούς στόχους της τρέχουσας οικονομικής πολιτικής είναι η άνοδος της αγροτικής παραγωγής και η αύξηση της παραγωγικότητας του δημόσιου τομέα. Για το σκοπό δίνονται κίνητρα μετακίνησης σε αγροτικές παραγωγικές δραστηριότητες ώστε να αυξηθεί η εγχώρια παραγωγή. Παραχωρούνται (για ατομική ή συνεταιριστική εκμετάλλευση) εκτάσεις που μέχρι πρόσφατα έμεναν ακαλλιέργητες. Στόχος είναι η υποκατάσταση των εισαγωγών τροφίμων και η διατροφική επάρκεια της Κούβας.
Παράλληλα, στον τομέα των υπηρεσιών (εστιατόρια, ταξί κλπ) έχει επιτραπεί η ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα ή και η συνένωση των ατομικών παραγωγών σε συνεταιρισμούς. Το τελευταίο δεν είναι εντελώς νέο για την κουβανική κοινωνία. Με τα νέα μέτρα καταβάλλεται προσπάθεια να υπάρξει ένας εξορθολογισμός αφού τέτοιες δραστηριότητες υπήρχαν είτε νόμιμα είτε παράνομα. Με τη νομιμοποίηση τέτοιων επιχειρήσεων επιχειρήθηκε να ελεγχθεί οικονομικά, άρα και κοινωνικά, το τμήμα αυτό του πληθυσμού που είχε συσσωρεύσει παράνομα εισοδήματα.
500 χιλιάδες εργαζόμενοι μεταφέρθηκαν από τον υπερπλήρη δημόσιο τομέα της οικονομίας στις νέες αυτές δραστηριότητες. Σήμερα το 13% του εργατικού δυναμικού ανήκει πλέον στην κατηγορία των αυτοαπασχολουμένων με ή χωρίς προσωπικό.
Στο πλαίσιο της προσπάθειας ανόδου της παραγωγικότητας των κρατικών επιχειρήσεων τους παραχωρήθηκε επίσης μεγαλύτερη αυτονομία στις οικονομικές αποφάσεις. Η αυτοτέλεια αυτή δεν έχει οδηγήσει στην πλήρη αυτονόμησή τους και στην κατάργηση του κεντρικού οικονομικού σχεδιασμού.


Οι προκλήσεις του μέλλοντος
Οι νέες οικονομικές κατευθύνσεις ενέχουν δίχως άλλο κινδύνους για την κουβανέζικη επανάσταση και την ανεξαρτησία της Κούβας. Μέχρι το 1990 η χώρα διακρινόταν για την μικρή ψαλίδα στην κατανομή του εισοδήματος, η οποία δεν ξεπερνούσε το 1:4. Σήμερα η κατάσταση έχει διαφοροποιηθεί. Τμήματα του πληθυσμού που ασχολούνται με τον τουρισμό και το μικροεμπόριο διαθέτουν εισοδήματα πολλαπλάσια του μέσου εργαζόμενου. Η αναλογία μπορεί να φτάνει το 1:20, 1:30, 1:40.
Η κοινωνική διαφοροποίηση θα προκαλέσει εντάσεις και πιέσεις για αναπροσανατολισμό συνολικά της κουβανικής οικονομίας και κοινωνίας. Τα στρώματα εκείνα που συγκεντρώνουν τα υψηλότερα εισοδήματα είναι πιθανό να πιέσουν για μια ευρύτερη αλλαγή προς τον καπιταλισμό. Ωστόσο, η πλειοψηφία της κουβανικής κοινωνίας (εργάτες και υπάλληλοι, αγρότες, η πλειονότητα των μικροεπιχειρηματιών) δεν φαίνεται διατεθειμένη να απωλέσει τα κοινωνικά πλεονεκτήματα της επανάστασης, μαζί και το αίσθημα εθνικής αξιοπρέπειας που έχουν κατακτήσει.
Η ανατροπή του επαναστατικού καθεστώτος μπορεί να προκύψει μόνο αν η διαφθορά κυριαρχήσει στο ηγετικά κλιμάκια του κράτους και του ΚΚ Κούβας. Μόνο αν υπάρξει μια τέτοια άτυπη συμμαχία των υψηλότερων εισοδημάτων με την κομματική και κρατική ηγεσία μπορεί να οδηγήσει στην παλινόρθωση του καπιταλισμού. Όπως έχει δείξει η εμπειρία της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, της Κίνας και των πρώην σοσιαλιστικών κρατών στην ανατολική Ευρώπη η καπιταλιστική παλινόρθωση δρομολογήθηκε εκεί με πρωτοβουλία της ηγετικής γραφειοκρατίας και όχι ως ανάγκη της ίδιας της κοινωνίας και της οικονομίας.
Η ηγεσία του ΚΚ Κούβας δεν φαίνεται να προσανατολίζεται σε ένα τέτοιο δρόμο. Το σχέδιο Συντάγματος το οποίο βρίσκεται σε δημόσια συζήτηση εδώ και μερικούς μήνες και του οποίου η ψήφιση θα ολοκληρωθεί με δημοψήφισμα το Φεβρουάριο, δεν αφήνει πολλά περιθώρια. Δεν υιοθετεί το μοντέλο της “σοσιαλιστικής οικονομίας της αγοράς”, όπως είχε κάνει η Κίνα με την αναθεώρηση του δικού της Συντάγματος το 1993. Η υιοθέτηση αυτού του μοντέλου στην Κίνα οδήγησε στην ιδιωτικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων.
Παράλληλα, η Κούβα προσπαθεί πάντοτε να δημιουργήσει ρήγματα στον οικονομικό αποκλεισμό. Οικοδομεί, όσο το επιτρέπει ο διεθνής συσχετισμός, οικονομικές σχέσεις με άλλες χώρες της Λ. Αμερικής. Σημαντικό μέρος αυτού του σχεδίου είναι η ALBA (Μπολιβαριανή Εναλλακτική για την Αμερική), όπου συμμετέχουν η Βενεζουέλα και η Νικαράγουα. Οικοδομεί ισορροπημένες σχέσεις με την Κίνα και τη Ρωσία, σε ισότιμη βάση.
Επιχειρεί να σταθεροποιεί την οικονομία της, κρατώντας τον έλεγχο των βασικών πυλώνων, βελτιώνοντας το βιοτικό επίπεδο του λαού, διαρρηγνύοντας τον αποκλεισμό και κερδίζοντας χρόνο: μέχρι να προκύψουν προοδευτικές ή και επαναστατικές κυβερνήσεις που θα της δώσουν τη δυνατότητα να αναπτυχθεί πιο ελεύθερα και δυναμικά.
Κρίσιμο ζήτημα είναι η λαϊκή συμμετοχή στις μεγάλες αποφάσεις οικονομικού και πολιτικού χαρακτήρα. Το κουβανικό πολιτικό και συνταγματικό σύστημα στηρίζεται στις λαϊκές συνελεύσεις στις γειτονιές και στους εργασιακούς χώρους. Κατά κανόνα, ειδικά στις δύσκολες περιστάσεις, η συμμετοχή στη δημόσια συζήτηση έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Συνέβαλε στην αποδοχή των όποιων αποφάσεων της κυβέρνησης και στην υπέρβαση των δυσκολιών. Αυτό φάνηκε ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του 1990. Αν το σύστημα των λαϊκών συνελεύσεων διατηρήσει τη ζωτικότητά του, τότε η λήψη των όποιων αποφάσεων θα έχει τη σύμφωνη γνώμη του λαού. Επιπλέον, θα είναι δυνατός, σε ένα βαθμό τουλάχιστον, ο έλεγχος της κοινωνίας στην κρατική ηγεσία ώστε να αποτραπούν φαινόμενα διαφθοράς
Διαφορετικά, αν δεν γίνουν κατορθωτά τα παραπάνω και η Κούβα ακολουθήσει το δρόμο της καπιταλιστικής παλινόρθωσης, ένα βαθύ χάσμα κοινωνικής ανισότητας θα εμφανιστεί με τη συσσώρευση πλούτου στα χέρια λίγων και τη βαθιά φτωχοποίηση της μεγάλης πλειοψηφίας με την κατάργηση των σημαντικών εργασιακών και κοινωνικών κατακτήσεων της επανάστασης. Κυρίως όμως, η Κούβα θα μετατραπεί και πάλι σε χώρα υποτελή των ΗΠΑ, μαστιζόμενη από τη φτώχεια, την υπανάπτυξη και την εγκληματικότητα όπως οι γειτονικές χώρες πχ. η Αϊτή, η Δομινικανή Δημοκρατία ή το Πουέρτο Ρίκο.

Για παραπέρα μελέτη

Φ. Κάστρο, Η ιστορία θα με δικαιώσει, Αθήνα, εκδ. Διεθνές βήμα, 2018
Τ. Κάννον, Η επαναστατική Κούβα, εκδ. Χοσέ Μαρτί, 1987
Δ. Καλτσώνης, Ο Τσε για το κράτος και την επανάσταση, Αθήνα, εκδ. Τόπος, 2012
Arnaldo Silva Leon, Breve Historia de la revolucion cubana, La Habana, editorial de ciencias sociales, 2003, υπό έκδοση στις εκδόσεις ΚΨΜ
www.cubadebate.cu

ΒΙΒΛΙΑ

ΒΙΝΤΕΟ

ENGLISH EDITION