Cat-1

ΑΡΘΡΑ

ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΙ ΤΟΜΟΙ

ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ

Φεβρουαρίου 2023


 

εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 21/2/2023


Η επίσκεψη Μπλίνκεν σε Άγκυρα και Αθήνα δεν πρόκειται να αλλάξει όσα γνωρίζουμε. Οι θέσεις των μερών είναι δεδομένες. Οι ΗΠΑ προωθούν την παγκόσμια ατζέντα τους με αιχμή τη Ρωσία και κυρίως την Κίνα. Η Τουρκία θα συνεχίσει να διεκδικεί έναν αυξημένο περιφερειακό ρόλο αντίστοιχο πάνω κάτω με την οικονομική και στρατιωτική της δύναμη. Η Ελλάδα ακολουθεί τις κατευθύνσεις των ΗΠΑ ως σταθερός σύμμαχος προσδοκώντας κάποια επιμέρους οφέλη είτε για την αναχαίτιση της τουρκικής επιθετικότητας είτε για κάποια μικρή συμμετοχή σε οικονομικού χαρακτήρα δραστηριότητες υπό την αιγίδα των ΗΠΑ.

Ούτε η προεκλογική περίοδος σε Αθήνα και Άγκυρα ούτε το δράμα του τουρκικού λαού από το σεισμό ούτε η επίσκεψη του Αμερικανού Υπουργού Εξωτερικών θα διαφοροποιήσει τα πράγματα. Διανύουμε απλώς μια περίοδο σχετικής ανάπαυλας και ηρεμίας.

Για να γίνει κατανοητό το βαθύτερο περιεχόμενο της επίσκεψης Μπλίνκεν στις δυο χώρες πρέπει να ιδωθεί σε συνδυασμό με την αιφνιδιαστική επίσκεψη του προέδρου Μπάιντεν στην Ουκρανία. Όλα τα ζητήματα, είτε ελληνοτουρκικά είτε περιφειεακά, οι ΗΠΑ τα αντιμετωπίζουν υπό το πρίσμα της κεντρικής γεωπολιτικής σύγκρουσης με τη Ρωσία και την Κίνα και επί του πρακτέου με την εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία. Αυτό που τους ενδιαφέρει είναι η ενίσχυση της σταθερότητας της ατλαντικής συμμαχίας.

Στο πνεύμα αυτό διαπραγματεύονται με την Τουρκία και είναι πρόθυμες να κάνουν παραχωρήσεις. Στη λογική αυτή κρατούν “ίσες αποστάσεις” ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, το οποίο σημαίνει, όπως έχει επανειλημμένα αποδειχθεί, ότι πιέζουν την Ελλάδα για μονομερείς παραχωρήσεις προς την Τουρκία. Οι αποστάσεις είναι τόσο “ίσες” που ο αρχικός σχεδιασμός Μπλίνκεν περιελάμβανε παραινέσεις προς την ελληνική πλευρά για μη περαιτέρω όξυνση στις ελληνοτουκρικές σχέσεις, λες και είναι η Ελλάδα εκείνη που αρνείται την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου της θάλασσας!

Από την Ελλάδα ζητούν κάτι ακόμη πιο σημαντικό: την αναβάθμιση της εμπλοκής της στον πόλεμο της Ουκρανίας. Ζητούν επίσης την αύξηση των στρατιωτικών της δαπανών, δηλαδή την ενίσχυση της αμερικανικής αμυντικής βιομηχανίας.

Αντίθετα όμως, η Ελλάδα χρειάζεται μια άλλη εξωτερική πολιτική βασισμένη σε τρεις παραδοχές: πρώτο, οι ΗΠΑ δεν αποτέλεσαν ποτέ ουσιαστικό φραγμό στην τουρκική επιθετικότητα. Δεύτερο, ο πόλεμος στην Ουκρανία μπορεί ανά πάσα στιγμή να εξαπλωθεί όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και σε όλο τον κόσμο. Τρίτο, ο ελληνικός λαός έχει ανάγκη την ειρήνη και τη διασφάλιση της εθνικής κυριαρχίας.

Με βάση αυτά το πραγματικό συμφέρον του είναι η πλήρης απεμπλοκή από τον πόλεμο στην Ουκρανία, όχι η ακόμη βαθύτερη ανάμιξη σε αυτόν. Θα ήταν μάλιστα ευκταία μια διπλωματική πρωτοβουλία που θα αξιοποιούσε τις σχετικές τοποθετήσεις των προέδρων της Βραζιλίας και του Μεξικού για άμεση ειρήνευση στην Ουκρανία και αναζήτηση λύσης στη βάση του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ.


 

εφημ. Documento, 19/2/2023


Το απαραβίαστο των συνόρων είναι μια αρχή του διεθνούς δικαίου που εδραιώθηκε μετά το β’ παγκόσμιο πόλεμο και την αποαποικιοποίηση των δεκαετιών που ακολούθησαν. Αποτελεί έκφραση της κρατικής κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας. Ταυτόχρονα, συνιστά ένα νομικό μέσο προστασίας των αδύναμων χωρών έναντι των επιδιώξεων των ισχυρών, καθώς οι τελευταίοι είναι εκείνοι που συνήθως επιδιώκουν με διάφορους τρόπους συνοριακές αλλαγές.

Στην Ευρώπη ειδικά εξαγγέλθηκε με τον πλέον ρητό τρόπο στην Τελική Πράξη του Ελσίνκι το 1975. Αλλά και στις άλλες ηπείρους συνέβη το ίδιο, όπως στη Λατινική Αμερική και στην Αφρική μετά την απαλλαγή από την αποικιοκρατία. Εκεί μάλιστα το απαραβίαστο των συνόρων διακηρύχθηκε παρά το γεγονός ότι οι απερχόμενες αποικιοκρατικές δυνάμεις είχαν χαράξει τα σύνορα στο χάρτη δημιουργώντας ποικίλα προβλήματα και διενέξεις μεταξύ εθνοτήτων που μοιράστηκαν σε διαφορετικά κράτη. Τα ανεξάρτητα κράτη που ιδρύθηκαν τότε έκριναν ότι δεν πρέπει να υπονομευθούν από τις εθνοτικές διενέξεις που υποδαύλιζαν οι πρώην αποικιοκράτες.

Το απαραβίαστο των συνόρων υπήρξε ουσιαστικά αποτύπωση των κατακτήσεων και της ισχύος του επαναστατικού κινήματος, των τότε σοσιαλιστικών κρατών, του κινήματος των αδέσμευτων χωρών.


Σήμερα;


Μετά τις παγκόσμιες αλλαγές τη δεκαετία του 1990, η αρχή του απαραβίαστου των συνόρων δέχτηκε πολλαπλά πλήγματα. Οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και διάφορες τοπικές ολιγαρχίες υπονόμευσαν τη συνοχή πολλών κρατών για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους. Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, η δημιουργία των ιδιόμορφων προτεκτοράτων σε Βοσνία και Κόσοβο, η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης παρά το συντριπτικό “ναι στην Ένωση” στο σχετικό δημοψήφισμα, η διάλυση της Λιβύης, της Συρίας αποτελούν μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα.

Οι εξελίξεις αυτές τονίζουν τη σημασία της υπεράσπισης του απαραβίαστου των συνόρων ειδικά στη σημερινή εποχή των οξυμένων ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, στους οποίους προστίθενται οι ηγεμονικές βλέψεις περιφερειακών δυνάμεων. Η υπεράσπιση της μη περαιτέρω αλλαγής των συνόρων συνιστά μέσο για την προάσπιση της κυριαρχίας των ασθενέστερων κρατών και λαών έναντι της επιθετικότητας των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.

Τι θα γίνει όμως με την αποκατάσταση ιστορικών αδικιών; Το βέβαιο είναι ότι δεν μπορεί να γίνει με παραπέρα κατακερματισμό των κρατών. Για παράδειγμα, το πρόβλημα του Κοσόβου δεν μπορεί να επιλυθεί με κατατεμαχισμό του στη βάση των διαφορετικών εθνοτήτων. Το ίδιο ισχύει για την Ουκρανία και τους Ρωσόφωνους της Ουκρανίας. Η καταπίεση των εθνοτήτων στον 21ο αιώνα μπορεί μόνο να αντιμετωπιστεί με την ενότητα των λαών και των εθνοτήτων μια χώρας, με τον κοινό τους αγώνα ενάντια στις αιτίες της καταπίεσης και της καταλήστευσης. Για παράδειγμα η ενότητα των λαών της Γιουγκοσλαβίας θα αποκατασταθεί μόνο όταν οι λαοί της το θελήσουν και όχι όταν η Σερβική αστική τάξη (ή όποια άλλη, εντός ή εκτός Βαλκανίων) το επιδιώξει.

Η υπόθαλψη των εθνικισμών, του εθνικού αλυτρωτισμού, η πρόταξη του εθνικού ζητήματος σε βάρος των κοινωνικών ζητημάτων της ανισότητας, της φτώχειας και της εκμετάλλευσης, στις συνθήκες της προηγμένης καπιταλιστικής πραγματικότητας μόνο τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις εξυπηρετεί. Η εξάλειψη της καταπίεσης των Σέρβων στο Κόσοβο, των Ρωσόφωνων στην Ουκρανία, των μουσουλμάνων κάπου αλλού, ή οποιασδήποτε άλλης μειονότητας οπουδήποτε, θα είναι καρπός του ενωμένου αγώνα του κάθε λαού της περιοχής ανεξάρτητα εθνικής ταυτότητας. Δεν θα είναι καρπός των άμεσων ή έμμεσων παρεμβάσεων ξένων παραγόντων όπως το ΝΑΤΟ, η ΕΕ, η Ρωσία, η Τουρκία κλπ. Αντίθετα, οφείλει να γίνει υπόθεση των λαϊκών κινημάτων.


 

εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 15/2/2023


Η “διπλωματία των σεισμών” του 1999 είχε δημιουργήσει κλίμα ευφορίας. Κατέληξε σε απτά αποτελέσματα στην Ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής το Δεκέμβριο του ίδιου έτους. Ποια ήταν αυτά;

Πρώτο, η αποσύνδεση της ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ από την επίλυση του κυπριακού. Αυτό θεωρήθηκε επιτυχία από την ελληνική κυβέρνηση, καθώς υποτίθεται ότι η ΕΕ θα ήταν μια ασπίδα στον τουρκικό επεκτατισμό. Τα είκοσι και πλέον χρόνια που πέρασαν από τότε ανέδειξαν μια διαφορετική εικόνα. Η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ καθόλου δεν περιόρισε την τουρκική επιθετικότητα σε βάρος της Κύπρου.

Δεύτερο, η Τουρκία πέτυχε να αναγνωριστεί ως χώρα υποψήφια προς ένταξη στην ΕΕ. Αυτή ήταν μια ξεκάθαρη επιτυχία της τουρκικής πλευράς.

Τρίτο, το κείμενο των συμπερασμάτων ήταν -επιεικώς μιλώντας- προβληματικό (βλ. και Α. Συρίγος, Ελληνοτουρκικές σχέσεις, εκδ. Πατάκη, 2015, σελ. 550). Αναφερόταν σε "κάθε εκκρεμή διαφορά" καθώς και σε "άλλα συναφή θέματα" στις σχέσεις Ελλάδας Τουρκίας. Αναγνώριζε δηλαδή την τουρκική θέση ότι δεν υπάρχει μόνο το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ. Νομιμοποιούσε στην ουσία το σύνολο των διεκδικήσεων της Τουρκίας.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η τότε “διπλωματία των σεισμών” συνέβαλε απλώς στο ξετύλιγμα σχεδιασμών που προϋπήρχαν. Όλα αυτά τελούσαν υπό τις ευλογίες του αμερικανικού και ευρωενωσιακού παράγοντα.

Τι μέλλει γενέσθαι με τη σημερινή “διπλωματία των σεισμών”; Φαίνεται πως μπορεί να οδηγήσει σε μια ύφεση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Είναι όμως προφανές ότι αυτή θα είναι περιορισμένη, λόγω των διεθνών και περιφερειακών συνθηκών. Η ανάδειξη της Άγκυρας ως περιφερειακής δύναμης και οι αντίθετες στο διεθνές δίκαιο αξιώσεις της δεν θα υποχωρήσουν ούτε μακροπρόθεσμα ούτε μεσοπρόθεσμα.

Το γεγονός μάλιστα ότι η σύγχρονη “διπλωματία των σεισμών” τέθηκε και πάλι υπό τις ευλογίες του αμερικανικού και ευρωενωσιακού παράγοντα, πρέπει να μας καθιστά ακόμη περισσότερο επιφυλακτικούς. Οι ΗΠΑ ιδίως επιθυμούν να κατευνάσουν το καθεστώς της Άγκυρας για να επιτύχουν την πολυπόθητη ενότητα του ΝΑΤΟ. Μόνο έτσι μπορούν να φέρουν σε πέρας τη σύγκρουση με τη Ρωσία, την Κίνα και γενικότερα τα σχέδιά τους για ηγεμονία. Στο πλαίσιο αυτό θα ζητηθούν από την ελληνική πλευρά και άλλες υποχωρήσεις.

Αυτή η “διπλωματία των σεισμών” δεν έχει καμιά σχέση με τη διπλωματία των λαών. Διπλωματία των λαών σημαίνει αλληλεγγύη, αλληλοβοήθεια είτε για την αντιμετώπιση φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών όπως ο σεισμός, είτε για την αντιμετώπιση της φτώχειας, της κοινωνικής αδικίας και της καταπίεσης.

Η διπλωματία των λαών αναπτύσσεται μπροστά στα μάτια μας αυθόρμητα ανάμεσα στους καθημερινούς ανθρώπους των δύο λαών όσο και ανάμεσα στους μαζικούς φορείς των εργαζομένων. Αυτή είναι η πραγματική διπλωματία των σεισμών. Αυτή μόνο μπορεί να συμβάλλει στην αύξηση της πίεσης για ειρήνη στο Αιγαίο και στην ευρύτερη περιοχή μας καθώς και για σεβασμό στο διεθνές δίκαιο.


 

εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 27/1/2023


Οι όποιες τρέχουσες αντιπαραθέσεις ανάμεσα στην Τουρκία και σε κάποια κράτη μέλη της ΕΕ δεν πρέπει να δημιουργούν αυταπάτες. Η καθοδηγητική δύναμη της ΕΕ, η Γερμανία, έχει σταθερό άξονα τοποθέτησης στα ελληνοτουρκικά. Αυτός διακρίνεται σε όλους τους μεγάλους σταθμούς του τελευταίου μισού αιώνα.

To 1976 η θέση των ηγετών της τότε ΕΟΚ ήταν ότι "η ΕΟΚ δεν είναι και δεν πρέπει να γίνει μέρος του προβλήματος Ελλάδος-Τουρκίας".

Το 1992 η ΔΕΕ, μια προσπάθεια συγκρότησης στρατιωτικού πυλώνα της ΕΕ, έκλεινε το θέμα ξεκαθαρίζοντας ότι δεν μπορεί να γίνει "επίκληση των εγγυήσεων και δεσμεύσεων του άρθρου V σε διαμάχες μεταξύ μελών της ΔΕΕ και του ΝΑΤΟ". Άρα η ΔΕΕ δεν θα παρενέβαινε σε τυχόν διένεξη Ελλάδας – Τουρκίας.

Το 2002 επαναλήφθηκε η ίδια θέση, όταν στη συμφωνία ΝΑΤΟ και ΕΕ διευκρινίστηκε ότι η Ευρωπαϊκή Πολιτική Άμυνας και Ασφαλείας δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί εναντίον της Τουρκίας. Δεν υπήρχαν δηλαδή εγγυήσεις ασφαλείας της ΕΕ προς την Ελλάδα.

Το Δεκέμβριο του 1999 στην Ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής η απόφαση των συμπερασμάτων κινούνταν στην ίδια λογική. Το κείμενο, που συνυπογράφτηκε από την ελληνική κυβέρνηση, έκανε μια γενικόλογη αναφορά στις αρχές της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών κρατώντας "ουδέτερη" στάση. Στη συνέχεια προέτρεπε σε προσφυγή στο Δικαστήριο της Χάγης και αναφερόταν σε "κάθε εκκρεμή διαφορά" καθώς και σε "άλλα συναφή θέματα" στις σχέσεις Ελλάδας Τουρκίας. Νομιμοποιούσε δηλαδή το σύνολο των διεκδικήσεων της Τουρκίας, λίγα χρόνια μετά την τουρκική πρόκληση στα Ίμια.

Το 2019, όταν υπογράφτηκε το παράνομο τουρκο-λυβικό μνημόνιο, η αρχική ανακοίνωση της Γερμανίας ήταν ότι δεν μπορεί να τοποθετηθεί επ’ αυτού επειδή δήθεν δεν γνώριζε τις λεπτομέρειες! Όταν μετά από μακρές συζητήσεις αναζητήθηκε η επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία, αυτές ήταν εξαιρετικά αναιμικές και τελικά έμειναν ανεφάρμοστες.

Το 2020, όταν άρχισε να κλιμακώνεται η τουρκική επιθετικότητα, η ΕΕ περιορίστηκε κομψά να δηλώσει ότι η τακτική των προκλήσεων της Τουρκίας απλώς “δεν είναι χρήσιμη και στέλνει λάθος μήνυμα”. Η τηλεδιάσκεψη των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ εκφράστηκε γενικόλογα για “αλληλεγγύη, αποκλιμάκωση, διάλογο”. Η τοποθέτηση του εκπροσώπου της γερμανικής κυβέρνησης (που προέδρευε στην ΕΕ) προέτρεπε τις δυο χώρες σε διάλογο και αναφερόταν σε “διαφιλονικούμενα ζητήματα Δικαίου της Θάλασσας» αναγνωρίζοντας ουσιαστικά και άλλα ανοιχτά ζητήματα πλην της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ. Στο πνεύμα αυτό ήταν όλες οι συναφείς διαμεσολαβητικές πρωτοβουλίες της Γερμανίας.

Συμπέρασμα; Η Γερμανία έχει σημαντικά συμφέροντα στην Τουρκία και αναπτύσσει πρωτοβουλίες για την επέκταση της επιρροής της στην ευρύτερη περιοχή. Επιδιώκει την αξιοποίηση του διαμεσολαβητικού ρόλου της Άγκυρας προς τη Ρωσία καθώς η Γερμανία δεν επιθυμεί να κόψει όλες τις γέφυρες με την τελευταία. Οι όποιες τωρινές προστριβές Σολτς - Ερντογάν αποτελούν τακτικούς διαπραγματευτικούς ελιγμούς των δυο κυβερνήσεων. Δεν αλλάζουν τη στρατηγική κατεύθυνση της Γερμανίας.

ΒΙΒΛΙΑ

ΒΙΝΤΕΟ

ENGLISH EDITION