περ. Τετράδια, τευχ. 88-89 (2024-2025), σελ. 147-156
Κάθε Σύνταγμα, με τις ρητές ρυθμίσεις του, αλλά και τις σιωπές του, με την εφαρμογή των διατάξεών του, την ερμηνεία τους αλλά και με την τυχόν μη εφαρμογή τους, αντανακλά με ένα τρόπο την κοινωνικο-οικονομική, πολιτική, ιδεολογική, πολιτισμική πραγματικότητα. Εκφράζει το συσχετισμό των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων αλλά πρωτίστως την κυρίαρχη συνιστώσα του, την κυρίαρχη τάξη. Η αντανάκλαση ωστόσο δεν είναι μηχανιστική καθώς το Σύνταγμα λειτουργεί κατά κάποιο τρόπο ως παραμορφωτικός καθρέφτης. Παράλληλα, ρυθμίζει, αντεπιδρά και συνδιαμορφώνει όλα τα παραπάνω1.
Αντίστοιχα, η εξέλιξη της δημοκρατίας και της κοινωνικο-οικονομικής πραγματικότητας στην Ελλάδα στη μεταπολιτευτική περίοδο αποτυπώθηκε στην ψήφιση και εξέλιξη των συνταγματικών διατάξεων και παράλληλα στον τρόπο εφαρμογής ή μη εφαρμογής τους. Ταυτόχρονα το συνταγματικό κείμενο, όπως εξελίχθηκε, αλλά και όπως εφαρμόζεται ή παραβιάζεται ενίοτε, συνδιαμόρφωσε τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις.
Η πρώτη περίοδος της μεταπολίτευσης
Η μεταπολιτευτική δημοκρατία μπορεί να διακριθεί σε δυο κατά βάση περιόδους. Η πρώτη διαρκεί περίπου μέχρι το 1990. Αντιστοιχεί στη μεταπολεμική κεϋνσιανή διαχείριση που ήρθε στη χώρα μας με χρονική καθυστέρηση. Είναι όμως παράλληλα καρπός του απόηχου της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και των λαϊκών κινημάτων που ακολούθησαν.
H δημοκρατία που συγκροτήθηκε το 1974 ήταν αφενός πιο ουσιαστική από τη μετεμφυλιακή αλλά παράλληλα σημαδευόταν από τη συντεταγμένη παράδοση της εξουσίας από τη δικτατορία στους αστούς πολιτικούς. Ήταν μια δημοκρατία με ορατά τα συντηρητικά χαρακτηριστικά. Ενδεικτική ήταν η περιορισμένη αποχουντοποίηση, ειδικά στο στράτευμα και στα σώματα ασφαλείας.
Τα χαρακτηριστικά αυτά βρήκαν την αντανάκλασή τους στο Σύνταγμα του 1975. Το ίδιο το γεγονός ότι το Σύνταγμα υπήρξε προϊόν μιας ψευδο-αναθεωρητικής διαδικασίας φανέρωνε ότι οι κυρίαρχες δυνάμεις φοβούνταν τις ριζοσπαστικές εξελίξεις και προσπάθησαν να τις τιθασεύσουν. Για το σκοπό αυτό το Σύνταγμα του 1975 είχε τα κάτωθι βασικά χαρακτηριστικά2:
1. Κατοχύρωνε μέσω του άρθρου 107 σκανδαλώδη προνόμια προς το εφοπλιστικό και ξένο κεφάλαιο. Το άρθρο αυτό αποτελούσε ουσιαστικά συνέχεια του άρθρου 112 του Συντάγματος του 1952. Παράλληλα έδινε μέσω του άρθρου 106 τη δυνατότητα για κεϋνσιανού τύπου παρεμβάσεις στην οικονομία.
2. Υπονόμευε την ανεξαρτησία της χώρας καθώς παρείχε τη δυνατότητα εκχώρησης αρμοδιοτήτων στην ΕΟΚ μέσω του άρθρου 28 και κατοχύρωνε συνταγματικά την ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ μέσω του άρθρου 27 παρ. 2.
3. Έδινε τη δυνατότητα αλλοίωσης της βούλησης του εκλογικού σώματος καθώς δεν καθόριζε την απλή αναλογική ως εκλογικό σύστημα.
4. Υποβάθμιζε τη Βουλή με το θεσμό των νομοθετικών εξουσιοδοτήσεων (άρθρα 43 παρ. 2 και 4) και με τη δυνατότητα που παρείχε στην κυβέρνηση να νομοθετεί με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου (άρθρο 44 παρ. 1).
5. Παρείχε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας υπερεξουσίες με τις οποίες μπορούσε να στραφεί ενάντια στην κυβέρνηση και στην πλειοψηφία της Βουλής. Οι δυνατότητες αυτές του Προέδρου επικρέμονταν ως δαμόκλειος σπάθη για την περίπτωση που αναδεικνυόταν μια ριζοσπαστική πλειοψηφία στη Βουλή και στην κυβέρνηση. Στην ίδια λογική μέσω του άρθρου 48 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορούσε να επιβάλλει την κατάσταση πολιορκίας και την άρση των συνταγματικών ελευθεριών για λόγους “σοβαράς διαταραχής ή εκδήλου απειλής κατά της δημοσίας τάξεως και ασφαλείας του κράτους εξ εσωτερικών κινδύνων”.
6. Στο επίπεδο των δικαιωμάτων περιέλαβε έναν κατάλογο πληρέστερο από εκείνον του Συντάγματος του 1952 αλλά οι διατυπώσεις που επικράτησαν έδειχναν την πρόθεση της πλειοψηφίας να περιορίσει κατά το δυνατό την εμβέλειά τους.
Τη δεκαετία του 1980, ιδίως το πρώτο μισό αυτής, η δημοκρατία μας γνώρισε έναν ατελή εκδημοκρατισμό. Αυτός εκφράστηκε με τις περιορισμένες αλλαγές στα σώματα ασφαλείας και στη δημόσια διοίκηση, με νομοθετικές παρεμβάσεις όπως ο ν. 1264/82 που έφερε εκδημοκρατισμό στο πεδίο του συνδικαλιστικού κινήματος και στο δικαίωμα της απεργίας ή όπως ο ν. 1268/82 που επέφερε δημοκρατικές αλλαγές στα ΑΕΙ, η αναθεώρηση του Ποινικού Κώδικα και του οικογενειακού δικαίου3.
Στο πλαίσιο του ατελούς εκδημοκρατισμού εντάσσεται η δραστική περικοπή των υπερεξουσιών του Προέδρου της Δημοκρατίας κατά την αναθεώρηση του Συντάγματος το 1986. Δεν επιχειρήθηκε όμως ένας ευρύτερος και τολμηρότερος εκδημοκρατισμός ούτε υλοποιήθηκαν πιο ριζοσπαστικές μεταβολές που βρίσκονταν στην πολιτική αντζέντα της περιόδου, όπως είναι η σύγκληση Συντακτικής Συνέλευσης4. Παρόλα αυτά, σε αυτές τις συνθήκες ατελούς εκδημοκρατισμού προχώρησε η ικανοποίηση κάποιων κοινωνικών αιτημάτων5.
Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980 άρχισε να διαφαίνεται δειλά-δειλά η εγκατάλειψη της κεϋνσιανής τύπου πολιτικής. Κομβική υπήρξε η υιοθέτηση της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης που αποτέλεσε προετοιμασία για τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και απαρχή επιβολής μιας νεοφιλελεύθερης πολιτικής σε επίπεδο ΕΟΚ αλλά και εγχώριο6.
Η δεύτερη περίοδος της μεταπολίτευσης
Η δεύτερη περίοδος ξεκίνησε τη δεκαετία του 1990. Σε αυτό έπαιξε καθοριστικό ρόλο η παλινόρθωση του καπιταλισμού στην Ανατολική Ευρώπη και η δραματική μεταβολή του συσχετισμού των δυνάμεων διεθνώς αλλά και εγχώρια, η οποία διευκόλυνε την πορεία προς μια γιγαντιαία οπισθοδρόμηση στο επίπεδο των δικαιωμάτων7.
Σε αυτή την περίοδο μπορούν να διακριθούν τρεις υποπερίοδοι.
Η πρώτη υποπερίοδος ήταν αυτή της προετοιμασίας της συρρίκνωσης της δημοκρατίας. Στην υποπερίοδο αυτή (περίπου 1990-2010) υπήρξε μια σχετικά αθόρυβη νομοθετική παραγωγή στη λογική του βήμα προς βήμα περιορισμού της. Ενδεικτικά παραδείγματα είναι η αντιτρομοκρατική νομοθεσία, η Συνθήκη Σένγκεν, η Europol που αλλοίωσαν το δημοκρατικό κεκτημένο στο ποινικό δίκαιο.
Κομβική συμβολή είχε η Συνθήκη του Μάαστριχτ και στη συνέχεια η συναινετική αναθεώρηση του Συντάγματος του 2001. Η αναθεωρητική προσπάθεια ξεκίνησε νωρίτερα τη δεκαετία του 1990 αλλά αρχικά δεν μπόρεσε να ολοκληρωθεί για συγκυριακούς λόγους. Το βασικό χαρακτηριστικό της αναθεώρησης του 2001 ήταν η προσθήκη της ερμηνευτικής δήλωσης στα άρθρα 28 και 80 με τις οποίες παραχωρούνταν πιο εύκολα κυριαρχικά δικαιώματα, ενισχύθηκε η τάση υπεροχής του ευρωενωσιακού δικαίου σε βάρος του Συντάγματος και δεσμεύτηκε συνταγματικά η χώρα για τη συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τέθηκαν έτσι δομικοί περιορισμοί στη δημοκρατία. Το 80% περίπου των νόμων που ψηφίζονται στη Βουλή είναι υλοποίηση κατευθύνσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης8.
Βέβαια σε αυτό το διάστημα δεν σημειώθηκε εμφανής, δραματική μεταβολή και οπισθοδρόμηση της δημοκρατίας, καθώς η δυναμική της προηγούμενης περιόδου ήταν ακόμη ζωντανή. Σε αντιστοιχία παρατηρήθηκε ο περιορισμός των κοινωνικών κατακτήσεων με δειλά, διστακτικά βήματα.
Στο πέρας αυτής της υποπεριόδου ολοκληρώθηκε η αναθεώρηση του Συντάγματος του 20089. Δεν επέφερε ουσιαστικές αλλαγές καθώς η λαϊκή αντίδραση για τη διαφαινόμενη αναθεώρηση του άρθρου 16 και το γενικότερο κλίμα στην κοινωνία ανάγκασαν την αξιωματική αντιπολίτευση να διαρρήξει τη συναίνεση που είχε αρχικά δημιουργηθεί ανάμεσα στα κόμματα του δικομματισμού.
Η δεύτερη υποπερίοδος συνέπεσε με την πρώτη δεκαετία της κρίσης (περίπου 2009-2019). Εντάθηκε το φαινόμενο της παραβίασης της ισχύουσας νομοθεσίας, όπου αυτή κατοχύρωνε δικαιώματα ή περιορισμούς στη δράση των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους. Η παράνομη διάλυση συναθροίσεων, η παράνομη αστυνομική βία αποτέλεσαν κυρίαρχο φαινόμενο της πρώτης δεκαετίας της κρίσης. Παράλληλα, αξιοποιήθηκε ως εργαλείο εκφοβισμού και καταστολής η με ανοχή της κυβέρνησης παράνομη βία της ναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης.
Καθώς δεν υπήρχε η χρονική δυνατότητα για συνταγματική αναθεώρηση και η κρίση αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος δεν επέτρεπε πολυτέλειες, το βασικό χαρακτηριστικό της περιόδου υπήρξε η παραβίαση του Συντάγματος ή πάντως αμφιλεγόμενης συνταγματικότητας επιλογές.
Τέτοια ήταν η ίδια η συγκρότηση της κυβέρνησης Παπαδήμου10. Ακόμη πιο ξεκάθαρα η επιβολή της εποπτείας και των Μνημονίων, συγκρότησαν ένα οικονομικό παρα-Σύνταγμα και σήμαιναν στην πράξη την παραβίαση ποικίλων άρθρων του Συντάγματος. Το ίδιο το Κοινοβούλιο τέθηκε ουσιαστικά στο περιθώριο αφού η ΕΕ και το ΔΝΤ επέβαλαν τις νομοθετικές ρυθμίσεις, που η πλειοψηφία του απλώς επικύρωνε. Στην ίδια λογική βρισκόταν η ακύρωση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος του Ιουλίου 2015.
Η τρίτη υποπερίοδος ξεκινά από τα τέλη της δεκαετίας (2019). Παρατηρήθηκε έκτοτε η προώθηση καταιγιστικών νομοθετικών αλλαγών που εμπεδώνουν, ενισχύουν και επιταχύνουν περαιτέρω τις τάσεις που προϋπήρχαν. Την περίοδο αυτή γίνεται προσπάθεια μονιμοποίησης και εμβάθυνσης μεταβολών που συνιστούν ποιοτική οπισθοδρόμηση της δημοκρατίας σε αντιστοιχία με την επιχείρηση κατεδάφισης του συνόλου των κοινωνικών κατακτήσεων που έχουν απομείνει.
Παραδείγματα αποτελούν ο δρακόντειος, αντισυνταγματικός νόμος για τις διαδηλώσεις (ν. 4703/2020), η συρρίκνωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών με τον ν. 4808/2021, οι νέοι Ποινικοί Κώδικες, η επίσης αντισυνταγματική κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, οι παράνομες υποκλοπές. Στην ίδια λογική βρίσκονται νομοθετικές επιλογές όπως η εν δυνάμει παραβίαση της μυστικότητας της ψήφου μέσω της επιστολικής ψήφου, η εν δυνάμει αλλοίωση του εκλογικού σώματος μέσω της παροχής ψήφου σε απόδημους που καμιά βιοτική σχέση δεν έχουν με την Ελλάδα.
Οριακά εντός αυτής της περιόδου ολοκληρώθηκε η συνταγματική αναθεώρηση του 201911. Ούτε αυτή η αναθεώρηση μπόρεσε να εισάγει στοιχεία βαθιάς συντηρητικοποίησης. Τα βήματα που πραγματοποίησε στην κατεύθυνση αυτή ήταν σχετικά μικρά. Η αιτία βρίσκεται στο γεγονός ότι οι λαϊκές διαθέσεις ήταν ακόμη σε επίπεδο τέτοιο που επέδρασαν στην αξιωματική αντιπολίτευση. Έτσι δεν συναίνεσε σε πιο βαθιές αντιδραστικές τομές.
Η πλέον σημαντική αλλαγή ήταν η δυνατότητα εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας ακόμη και με σχετική πλειοψηφία. Η ρύθμιση αυτή βρίσκεται στη λογική της αποφυγής προσφυγής στο εκλογικό σώμα και άρα της διευκόλυνσης των “σταθερών” κυβερνήσεων. Πίσω όμως από τη ρητορεία αυτή βρίσκεται ουσιαστικά η δυσπιστία των κρατούντων προς το εκλογικό σώμα και τη δυνατότητά του να εκφράζει τη δυσαρέσκειά του και να απορρίπτει τις αντικοινωνικές πολιτικές.
Από τη στιγμή που η αναθεώρηση του 2019 ήταν περιορισμένη, η κυβέρνηση αναγκαστικά ακολούθησε και πάλι το δρόμο των παραβιάσεων του Συντάγματος. Το βασικό επαναλαμβανόμενο μοτίβο πολλών νομοθετικών επιλογών αυτής της περιόδου είναι ο αντισυνταγματικός τους χαρακτήρας. Κορυφαίο παράδειγμα αποτελεί ο νόμος περί ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων. Η παραβίαση του άρθρου 16 υπήρξε ευθεία, κραυγαλέα και εξόχως κυνική12. Δεν επρόκειτο για μια συγκυριακή επιλογή αλλά για ένδειξη της γενικότερης κυβερνητικής περιφρόνησης προς τη συνταγματική νομιμότητα13.
Σιδερόφραχτη δημοκρατία
Διαμορφώνεται έτσι σταδιακά μια αυταρχική δημοκρατία. Θα μπορούσε να προσδιοριστεί ως σιδερόφραχτη δημοκρατία η οποία δεν αποτελεί ελληνικό μόνο φαινόμενο. Ανάλογες εξελίξεις συμβαίνουν σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο και τον κόσμο. Τα βασικά της χαρακτηριστικά είναι:
Πρώτο: η ένταση του φαινομένου της παραβίασης των νομοθετικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Δεύτερο: ο de jure περιορισμός των ελευθεριών. Νέες νομοθετικές αλλαγές επήλθαν για τον περιορισμό των συναθροίσεων, της απεργίας, της ελευθερίας του τύπου, την αύξηση των εξουσιών της αστυνομίας, τον περιορισμό της ελευθερίας έκφρασης, την παρακολούθηση των επικοινωνιών των πολιτών.
Τρίτο: η ακόμη μεγαλύτερη ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας ή και εξωθεσμικών κέντρων σε βάρος του Κοινοβουλίου που πραγματοποιείται είτε με νομοθετικές αλλαγές είτε άτυπα στην πράξη.
Μια σύγχρονη, δραστική μορφή περιορισμού των εξουσιών του Κοινοβουλίου στα κράτη μέλη της ΕΕ είναι η υιοθέτηση του λεγόμενου “χρυσού δημοσιονομικού κανόνα”. Στη Γερμανία, στην Ιταλία, στην Ισπανία, στην Ελβετία έχει ήδη ενσωματωθεί στο Σύνταγμα, ενώ για τις λοιπές χώρες ισχύει μέσω του ευρωενωσιακού δικαίου. Τα Κοινοβούλια έχουν κατά κάποιο τρόπο δεμένα τα χέρια ώστε να μην υιοθετήσουν επιλογές εκτός του νεοφιλελεύθερου πλαισίου. Στην ίδια λογική η νομοθεσία παρέχει στις κεντρικές τράπεζες υπερεξουσίες και απόλυτη αυτονομία από το Κοινοβούλιο ακόμη και από την κυβέρνηση.
Τέταρτο: η μετατόπιση του πολιτικού και κομματικού συστήματος προς περισσότερο συντηρητικές κατευθύνσεις14. Τα παραδοσιακά αστικά κόμματα ενσωματώνουν στον πολιτικό τους λόγο και πράξη στοιχεία και πρόσωπα της ακροδεξιάς ενώ η σοσιαλδημοκρατία έχει προ πολλού μετατοπιστεί κατά βάση στις θέσεις του νεοφιλελευθερισμού. Η συνολική αυτή μετατόπιση οδηγεί μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων στην αποχή από τις εκλογικές διαδικασίες, αφού πλέον τα βασικά κόμματα δεν φαίνεται να έχουν ουσιώδεις διαφορές.
Πέμπτο: η ένταση των παρεμβάσεων των ισχυρών χωρών (ιδίως ΗΠΑ, Γερμανία) με σκοπό τον καθορισμό των εσωτερικών και διεθνών εξελίξεων. Οι παρεμβάσεις αυτές εκτυλίσσονται με τη συνεργασία της εγχώριας κυρίαρχης τάξης.
Η πορεία οικοδόμησης της σιδερόφραχτης δημοκρατίας οφείλεται στην έκρηξη των κοινωνικών ανισοτήτων και στη συσσώρευση του πλούτου σε ολοένα και λιγότερα χέρια. Ο περιορισμός της δημοκρατίας είναι αναγκαίος για τις κυρίαρχες τάξεις προκειμένου να επιβάλλουν τα σκληρά αντιλαϊκά μέτρα χωρίς το φόβο των κοινωνικών αντιδράσεων. Οι κυρίαρχες τάξεις επιχειρούν να απαλλαγούν από όλο το φορτίο των κατακτήσεων των λαών του 20ού αιώνα τόσο στο επίπεδο των εργασιακών σχέσεων όσο και στο επίπεδο της δημοκρατίας.
Σιδερόφραχτη δημοκρατία και Σύνταγμα
Η εμπειρία της περιόδου που διανύουμε και των τάσεων που αναπτύσσονται, θα μπορούσε να συνοψιστεί στις παρακάτω συμπερασματικές παρατηρήσεις.
Πρώτο: Η ιστορική εμπειρία της Ελλάδας αλλά και άλλων χωρών έχει δείξει ότι σε περιόδους κρίσης η παραβίαση των συνταγματικών διατάξεων είναι σύνηθες φαινόμενο15. Η οξύτητα της κρίσης ωθεί τους κυβερνώντες σε τέτοιες πρακτικές προκειμένου να επιβάλλουν με ασφάλεια και ταχύτητα τις πολιτικές τους. Οι παραβιάσεις των συνταγματικών διατάξεων γίνονται δυνατές λόγω του δυσμενούς συσχετισμού δυνάμεων για τις λαϊκές τάξεις. Ενέχουν παράλληλα τον κίνδυνο για τους κρατούντες να αφυπνίσουν ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας και να τα εντάξουν στους κοινωνικούς αγώνες.
Η παραβίαση των συνταγματικών διατάξεων υπήρξε την προηγούμενη περίοδο προτιμότερη καθώς η οδός της συνταγματικής αναθεώρησης προς μια αντιδραστική κατεύθυνση δεν ήταν εύκολο να διανυθεί. Οι λαϊκές αντιδράσεις αναγκάζουν συχνά τα κόμματα της αντιπολίτευσης να αντιταχθούν σε τέτοια σχέδια, προκειμένου να μην χάσουν την επαφή τους με το λαό. Με τον τρόπο αυτό οι αναθεωρητικές διαδικασίες του 2008 και του 2019 δεν μπόρεσαν να προετοιμάσουν και να διαμορφώσουν το κατάλληλο έδαφος για βαθύτερες αντιδημοκρατικές λύσεις. Το γεγονός μάλιστα ότι το Ελληνικό Σύνταγμα θέτει αυστηρούς όρους για την τροποποίησή του στο άρθρο 110 αποτελεί ένα πρόσθετο εμπόδιο16.
Δεύτερο: Η παραβίαση του Συντάγματος υλοποιείται συνήθως δια της ερμηνευτικής οδού και με τη χρήση αόριστων νομικών εννοιών, όπως ιδίως αυτή του δημοσίου συμφέροντος17. Και αυτό το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο αλλά παρατηρείται σε όλες τις μεγάλες κρίσεις. Το δημόσιο συμφέρον ερμηνεύεται με τρόπο ώστε να ταυτίζεται με τις επιδιώξεις της οικονομικής ολιγαρχίας και του πολιτικού της συστήματος.
Τρίτο: Οι κυβερνώντες, αν και παραβιάζουν χωρίς να το ομολογούν το Σύνταγμα, επικαλούνται επιλεκτικά τη νομιμότητα. Σε αυτό υποβοηθούνται από τα κυρίαρχα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Για παράδειγμα, η συχνή παράνομη βίαιη επίθεση αστυνομικών δυνάμεων σε βάρος διαδηλωτών και πολιτών προβάλλεται ως νόμιμη ενέργεια, ακόμη και όταν δεν είναι, ενώ η κατάληψη ενός κτιρίου από τους διαδηλωτές στηλιτεύεται πάντοτε και διώκεται ως παράνομη πράξη.
Τέταρτο: Στο βαθμό που ο συσχετισμός δυνάμεων παραμένει αρνητικός για τα λαϊκά στρώματα και στο βαθμό που επεκτείνεται η πολιτική ισχύς των κάθε είδους συντηρητικών, ακόμη και των ακροδεξιών κομμάτων, μια μελλοντική αναθεώρηση του Συντάγματος θα επιχειρήσει να νομιμοποιήσει προγενέστερες αντισυνταγματικές επιλογές, να εμπεδώσει και να διευρύνει το πεδίο των αντιδραστικών αλλαγών. Σχέδια και προτάσεις στο πνεύμα αυτό έχουν εξάλλου κατά καιρούς κατατεθεί σε επιστημονικό επίπεδο αλλά και στη Βουλή18.
Η ακόμη μεγαλύτερη αποδυνάμωση του εκλογικού σώματος και της Βουλής, ο ακραίος συγκεντρωτισμός των κορυφών της εξουσίας, η συρρίκνωση των δικαιωμάτων και η αναγόρευση της επιχειρηματικότητας σε υπερδικαίωμα (μαζί ίσως και η τροποποίηση του άρθρου 106 στη λογική αυτή) θα είναι τα κύρια χαρακτηριστικά των προωθούμενων αλλαγών. Η επιλεκτική παραβίαση διατάξεων του Συντάγματος θα είναι ωστόσο πάντοτε μια επιλογή των κρατούντων, ανάλογα με τις συνθήκες και το συσχετισμό δυνάμεων.
Πέμπτο: Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι η ιστορική εμπειρία έχει αποδείξει πως σε ακραίες συνθήκες η παραβίαση του Συντάγματος μπορεί να φτάσει μέχρι την κατάλυσή του19. Αυτό έχει συμβεί επανειλημμένα στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες. Μια τέτοια ακραία εξέλιξη βέβαια μπορεί να συμβεί μόνο σε συνθήκες παρόξυνσης της κρίσης και απειλής της σταθερότητας του κοινωνικο-οικονομικού και πολιτικού συστήματος. Σήμερα δεν διαφαίνεται κάτι παρόμοιο καθώς η επιρροή των επαναστατικών και ριζοσπαστικών δυνάμεων είναι περιορισμένη.
Έκτο: Το μέλλον μπορεί να επιφυλάσσει εκπλήξεις. Η παγκόσμια περιβαλλοντική, οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση, οι πολεμικές συρράξεις για την καταλήστευση και τη διανομή και αναδιανομή των σφαιρών επιρροής θα οδηγήσουν σε οριακές καταστάσεις. Ενώπιον αυτών των υπαρξιακού χαρακτήρα απειλών της ανθρωπότητας ενδέχεται να αφυπνισθεί η πλειοψηφία της κοινωνίας και να αναζητήσει νέες, καινοτόμες λύσεις, σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο. Η αναζήτηση αναστροφής της σημερινής κυρίαρχης τάσης θα κινηθεί αναπόφευκτα στη λογική της εμβάθυνσης της δημοκρατίας πέρα και έξω από τις χρόνιες παθογένειές της καθώς και στη ριζική αναδιανομή του πλούτου σε όφελος των ασθενέστερων κοινωνικών τάξεων20.
1Βλ. ενδεικτικά Α. Μάνεσης, Συνταγματικό δίκαιο Ι, Θεσσαλονίκη, εκδ. Σάκκουλα, σελ. 152 επ. και Δ. Καλτσώνης, Το Σύνταγμα στη λενινιστική σκέψη, Αθήνα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1997, σελ. 7 επ. και Δ. Καλτσώνης, Δίκαιο, οικονομική κρίση και δημοκρατία, Αθήνα, εκδ. Τόπος, 2014, σελ. 15 επ., 31 επ.
2Βλ. αναλυτικότερα Δ. Καλτσώνης, Συνταγματική ιστορία της Ελλάδας (1821-2001), Αθήνα, εκδ. ΚΨΜ, σελ. 252 επ.
3 Βλ. Β. Λιόσης, Μισός αιώνας από τη μεταπολίτευση, Αθήνα, εκδ. ΚΨΜ, 2024, σελ. 83 επ.
4 Το αίτημα διατυπωνόταν από το ΠΑΣΟΚ όταν βρισκόταν στην αξιωματική αντιπολίτευση και θα οδηγούσε στην υιοθέτηση νέου, καινοτόμου δημοκρατικού Συντάγματος, στην απεμπλοκή της Ελλάδας από μηχανισμούς εξωτερικών παρεμβάσεων.
5 Βλ. Γ. Βούλγαρης, Η Ελλάδα της μεταπολίτευσης 1974-1990, Αθήνα, εκδ. Θεμέλιο, σελ. 161 επ.
6Βλ. Γ. Κουζής, Η μεγάλη εργασιακή απορρύθμιση, Αθήνα, εκδ. Τόπος, 2022, σελ. 34-35.
7Βλ. Π. Παυλόπουλος, Το “μετέωρο βήμα” της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, Αθήνα, εκδ. Gutenberg, 2021, σελ. 227-228.
8Βλ. Ε. Βενιζέλος, Η συναινετική αναθεώρηση (αναθεώρηση του Συντάγματος και αναβίωση της πολιτικής), Αθήνα-Κομοτηνή, εκδ. Αντ. Σάκκουλα, 1996, σελ. 61 επ. και του ίδιου, Η αναθεώρηση του Συντάγματος: συνολικό σχέδιο για την ελλάδα του 21ου αιώνα, Αθήνα-Κομοτηνή, εκδ. Αντ. Σάκκουλα, 1998, σελ. 83 επ. και του ίδιου, Το σχέδιο αναθεώρησης του Συντάγματος (Η γενική εισήγηση της πλειοψηφίας προς την Ζ’ Αναθεωρητική Βουλή), Αθήνα-Κομοτηνή, εκδ. Αντ. Σάκκουλα, 2000, σελ. 37 επ. και Γ. Σωτηρέλης – Θ. Ξηρός, Η αναθεώρηση του Συντάγματος (1993-2001), Αθήνα-Κομοτηνή, εκδ. Αντ. Σάκκουλα, 2001, σελ. 215 επ. και Π. Παυλόπουλος, Η αναθεώρηση του Συντάγματος, Αθήνα, εκδ. Λιβάνη, 2010, σελ. 183 και Κ. Γιαννακόπουλος, “Οι ¨επικίνδυνες σχέσεις” μεταξύ εθνικού και ευρωπαϊκού δικαίου”, https://www.constitutionalism.gr/oi-epikindines-sxeseis-metaksi-ethnikou-kai-evropaikou-dikaiou/?hilite=%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%B8%CE%B5%CF%8E%CF%81%CE%B7%CF%83%CE%B7+2019.
9Βλ. Α. Μανιτάκης, “Η μίνι αναθεώρηση του 2008 και τα διδάγματά της”, https://www.constitutionalism.gr/manitakis-mini-anatheorisi-2008/
10Βλ. Κ. Στρατηλάτης, Το πολιτικό σύστημα σε κρίσιμη καμπή, Αθήνα, εκδ. Παπαζήση, 2015, σελ. 129 επ.
11Βλ. Ε.-Ο. Βουβονίκος, Η αναθεώρηση του Ελληνικού Συντάγματος του 2019, Αθήνα, εκδ. Αντ. Σάκκουλας, 2024.
12Για την ανάγκη αναθεώρησης του άρθρου 16 προκειμένου να μπορούν να ιδρυθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια βλ. αντί πολλών άλλων Π. Φουντεδάκη, "Πανεπιστήμιο και Σύνταγμα - Αναθεώρηση του άρθρου 16", στον τόμο του ΙΣΤΑΜΕ, Η πρόκληση της αναθεώρησης του Συντάγματος, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, εκδ. Σάκκουλα, 2013, σελ. 210.
13Ένα από τα επιχειρήματα που επιστρατεύθηκαν για να δικαιολογηθεί η παραβίαση του άρθρου 16 ήταν πως αυτό ήταν χουντικής προέλευσης! Βλ. αντίκρουση Β. Ασημακόπουλος, “Είναι “τέκνο της δικτατορίας” το άρθρο 16 του Συντάγματος;”, https://slpress.gr/politiki/einai-tekno-tis-diktatorias-to-arthro-16-tou-sintagmatos/
14Αυτό γίνεται με τη βοήθεια των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης βλ. για παράδειγμα, Α. Χατζηστεφάνου, Προπαγάνδα και παραπληροφόρηση (πώς τις εντοπίζουμε), Αθήνα, εκδ. Τόπος, 2022, σελ. 233 επ.
15Βλ. Ν. Αλιβιζάτος, Οι πολιτικοί θεσμοί σε κρίση (1922-1974), Αθήνα, εκδ. Θεμέλιο, 1995 και Ξ. Κοντιάδης, “Οικονομική κρίση, κυριαρχία και συνταγματική μεταβολή. Συγκριτικές παρατηρήσεις και υποθέσεις εργασίας” στον τόμο Ξ. Κοντιάδης, Φ. Σπυρόπουλος, Κ. Τσουκαλάς (επιμ.), Δημοκρατία, Σύνταγμα, Ευρώπη στην εποχή της κρίσης, Αθήνα, εκδ. Σαββάλας, 2012, σελ. 50 επ., 58 επ. και Ι. Καμτσίδου, “Οικονομική κρίση, Σύνταγμα και δημοκρατία”, https://www.constitutionalism.gr/kamtsidou-oikonomiki-krisi-syntagma-dimokratia/
16Βλ. ενδεικτικά Ν. Αλιβιζάτος, Σ. Τσακυράκης, Ε. Βενιζέλος, “Εν ου παικτοίς”. Μια συζήτηση για το Σύνταγμα και τη δημοκρατία, Αθήνα, εκδ. Ποικίλη Στοά, 2016, σελ. 58. Βλ. επίσης σχετικά Κ. Χρυσόγονος, “Η μεταλλαγή της αναθεωρητικής λειτουργίας”, στον τόμο Ξ. Κοντιάδης (επιμ.), Πέντε χρόνια μετά τη Συνταγματική αναθεώρηση του 2001, τόμος πρώτος, Αθήνα-Κομοτηνή, εκδ. Αντ. Σάκκουλα, 2006, σελ. 105 επ.
17Βλ. Ε. Βενιζέλος, “Εθνικό Σύνταγμα και εθνική κυριαρχία υπό συνθήκες διεθνούς οικονομικής κρίσης”, στον τόμο Ξ. Κοντιάδης, Φ. Σπυρόπουλος, Κ. Τσουκαλάς (επιμ.), Δημοκρατία, Σύνταγμα, Ευρώπη στην εποχή της κρίσης, Αθήνα, εκδ. Σαββάλας, 2012, σελ. 32 και Π. Παυλόπουλος, “Η επιρροή της οικονομικής κρίσης στους συνταγματικούς θεσμούς:το παράδειγμα του δημοσιονομικού δημοσίου συμφέροντος”, στον τόμο Οικονομικές διαστάσεις της συνταγματικής αναθεώρησης σε συνθήκες κρίσης, (Πρακτικά Συνεδρίου 15-16/12/2014), Αθήνα, 2015, σελ. 174 επ. και Α. Καϊδατζής, “”Μεγάλη πολιτική” και ασθενής δικαστικός έλεγχος. Ένα σχόλιο για τις στρατηγικές τήρησης του Συντάγματος στην εποχή του “Μνημονίου””, https://www.constitutionalism.gr/1964-megali-politiki-kai-astenis-dikastikos-eleghos-ena/
18Βλ. ενδεικτικά Ν. Αλιβιζάτος κά, Ένα καινοτόμο Σύνταγμα για την Ελλάδα, Αθήνα, εκδ. Μεταίχμιο, 2016. Βλ. επίσης Ι. Καμτσίδου, Το κοινοβουλευτικό σύστημα (δημοκρατική αρχή και κυβερνητική ευθύνη), Αθήνα, εκδ. Σαββάλας, 2011, σελ. 104 επ., όπου αναλύονται οι συνέπειες της τυχόν άμεσης εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας και Ν. Αλιβιζάτος, Ποια δημοκρατία για την Ελλάδα μετά την κρίση;, Αθήνα, εκδ. Πόλις, 2013, σελ. 100 για επαναφορά κάποιων από τις υπερεξουσίες του Προέδρου της Δημοκρατίας και Θ. Διαμαντόπουλος, Θεσμοί, κρίση και ρήξη, Αθήνα, εκδ. Πατάκη, 2016, σελ. 27 επ., 55 επ.
19Βλ. Α. Κεσσόπουλος, Η αυτοκτονία του δήμου (πολιτική κρίση και συνταγματικός λόγος στη Βαϊμάρη), Αθήνα, εκδ. Ευρασία, 2018, σελ. 282 επ.
20Βλ. για περισσότερα Δ. Καλτσώνης, Θ. Μαριόλης, Κ. Παπουλής, Μετωπικό πρόγραμμα διεξόδου από την κρίση, Αθήνα, εκδ. Κοροντζή, 2017 και Γ. Αυδίκος – Δ. Καλτσώνης, Το Σύνταγμα της ελεύθερης Ελλάδας, Αθήνα, εκδ. Τόπος, 2022 και Δ. Καλτσώνης – Ε. Ντομίνγκες Λόπες, Το μέλλον της δημοκρατίας, Αθήνα, εκδ. Τόπος, 2024.