εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 3-4/2/2024
Οι κυρίαρχες δυνάμεις στη χώρα μας διατηρούσαν ήδη από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους στενές σχέσεις με τους ισχυρούς της Δύσης. Αυτό καθόρισε την εξαρτημένη θέση της Ελλάδας, γεγονός που εκφράστηκε με την ακύρωση των δημοκρατικών Συνταγμάτων του αγώνα του 1821 και την επιβολή της μοναρχίας – τοποτηρητή των ξένων δυνάμεων.
Από την άλλη, η Αριστερά έχει αποδειχθεί ιστορικά ο συνεπέστερος υποστηρικτής της εθνικής ανεξαρτησίας. Η κορυφαία στιγμή υπήρξε η δημιουργία, με πρωτοβουλία του ΚΚΕ, του ΕΑΜ το οποίο αγκαλιάστηκε από τη μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού και έδωσε αταλάτευτα τη μάχη ενάντια στον κατακτητή. Την ίδια στιγμή, οι κυρίαρχες ελίτ είτε ανέμεναν παθητικά την απελευθέρωση από τους συμμάχους είτε, ένα μέρος τους, συνεργάστηκε με τους κατακτητές.
Στις μέρες μας απέναντι στις παράνομες τουρκικές αξιώσεις, που αντιτίθενται στο διεθνές δίκαιο, οι διάφορες κυβερνήσεις, λόγων των ιστορικών, στρατηγικών τους δεσμών, αναζητούν προστασία στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. Αναζητούν λύσεις σε εκείνους που διαχρονικά τηρούν τάση “ίσων αποστάσεων”, δηλαδή αντικειμενικά ευνοούν την τουρκική επιθετικότητα. Η στάση αυτή των συμμάχων αναγνωρίστηκε -στα λόγια μόνο- από τον Έλληνα πρωθυπουργό, όταν δήλωσε (28.10.2021) ότι “η δυτική ψυχραιμία ενθαρρύνει την τουρκική αυθαιρεσία”.
Ας θυμηθούμε την Κύπρο του 1974, το δόγμα Λουνς, τη στάση των ΗΠΑ στα Ίμια, τις αποφάσεις του Συμβουλίου της ΕΕ το 1999 περί “διαφορών” με την Τουρκία, τις δηλώσεις Μέρκελ το 2020. Στο αίτημα της Τουρκίας για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ λαμβάνουν δήθεν ουδέτερη θέση ενθαρρύνοντας στην πράξη τα τουρκικά αιτήματα. Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ αντίστοιχα δεν αναγνωρίζουν εναέριο χώρο 10 ν.μ. στην Ελλάδα αλλά μόνο 6, όπως ακριβώς η Τουρκία. Στο ζήτημα της επέκτασης των χωρικών μας υδάτων στα 12 ν.μ. επίσης οι ΗΠΑ είναι αντίθετες. Στην κρίση του 2020 έκαναν λόγο “για αμφισβητούμενα ύδατα στην ανατολική Μεσόγειο”.
Έτσι, η πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων να προσκολλώνται στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, οδηγεί σταδιακά στη διολίσθηση και στην απομάκρυνση από την υπεράσπιση των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Επιπλέον, σε ένα διεθνές περιβάλλον κρίσης και ανταγωνισμών, οι κυβερνήσεις εμπλέκουν ολοένα και περισσότερο τη χώρα στους πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς των ΗΠΑ αποδυναμώνοντας την εθνική άμυνα και εκθέτοντας το λαό στον κίνδυνο πολεμικής εμπλοκής για αλλότρια συμφέροντα (πχ. Ουκρανία, Ερυθρά θάλασσα). Αυτό γίνεται με την παροχή βάσεων και κάθε είδους διευκολύνσεων, με την αποστολή στρατιωτικών δυνάμεων εκτός συνόρων για ΝΑΤΟϊκές αποστολές και επιβαρύνοντας τον ελληνικό λαό με πανάκριβα εξοπλιστικά προγράμματα που προορίζονται να ενισχύσουν τους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ και τα ταμεία των πολυεθνικών του πολέμου.
Αντίθετα ωστόσο σύμφωνα με γνώμες ειδικών, χρειάζεται η χάραξη μιας ανεξάρτητης αμυντικής πολιτικής. Απαιτείται ένα νέο αμυντικό δόγμα στη λογική του πιο αποτελεσματικού, φθηνού, βασισμένου στις νέες τεχνολογίες βληματοκεντρικού πολέμου. Κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό αντί οι πανάκριβες και δυσκίνητες εξοπλιστικές πλατφόρμες που μας πουλάνε οι “σύμμαχοι” (F-35 από εδώ, F-16 από εκεί).
Σε αντίθεση με την κυρίαρχη πολιτική η μελέτη των θέσεων της Αριστεράς δείχνει ότι αυτή τάσσεται με συνέπεια ενάντια στους δυο πυλώνες της εξάρτησης: ΝΑΤΟ και ΕΕ. Δείχνει επίσης ότι διακηρύσσει και επιδιώκει μια ανεξάρτητη αμυντική και εξωτερική πολιτική ειρήνης και προάσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων.