εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 27/5/2022
Η κυβέρνηση Ερντογάν κλιμακώνει την επιθετικότητά της έναντι της Ελλάδας. Δεν πρόκειται για μια μεμονωμένη κίνηση που αφορά απλώς τις αντίθετες με το διεθνές δίκαιο αξιώσεις της Τουρκίας. Αυτό ίσως στην παρούσα φάση να είναι το δευτερεύον. Πρόκειται στην πραγματικότητα για μια καλά σχεδιασμένη επιχείρηση κλιμάκωσης της διαπραγμάτευσης με τις ΗΠΑ.
Διανύουμε μια ιστορική περίοδο βαθιάς κρίσης του οικονομικού συστήματος. Μια νέα καταθύθιση της παγκόσμιας οικονομίας αναμένεται. Και η κρίση αυτή οδηγεί σε ανακατατάξεις. Μέρα με τη μέρα οξύνεται η αντιπαράθεση των μεγάλων δυνάμεων για την αναδιανομή των σφαιρών επιρροής. Τόσο οι μεγάλες δυνάμες όσο και οι περιφερειακές παίρνουν θέση σε αυτή την αιματηρή κούρσα που διαξάγεται σε βάρος των λαών. Η Τουρκία, παρά τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο τουρκικός λαός, είναι μια αξιόλογη περιφερειακή δύναμη. Διεκδικεί το μερίδιό της. Και η διεκδίκηση του μεριδίου σε αυτές τις περιπτώσεις γίνεται με δυο τρόπους: με τη δύναμη των όπλων, όπως επανειλημμένα έχει δείξει στη Συρία και στο Ιράκ και με τη δύναμη των απειλών και της διαπραγμάτευσης.
Από την άλλη οι ΗΠΑ επιχειρούν απεγνωσμένα και μάλλον μάταια να ξαναστήσουν τη μονοκρατορία τους. Τροφοδοτούν τον πόλεμο στην Ουκρανία με σκοπό να φθείρουν ανεπανόρθωτα τη Ρωσία αλλά και να υποτάξουν οικονομικά την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σφίγγουν περαιτέρω τον κλοιό γύρω από την Κίνα, όπως έδειξαν οι δηλώσεις Μπάιντεν για την Ταϊβάν. Επιχειρούν να επιβάλλουν μια έστω και soft εκδοχή της pax americana στη Μέση Ανατολή προκειμένου να ασχοληθούν απερίσπαστες με τα ουσιαστικά ζητήματα, δηλαδή με τον οικονομικό και στρατιωτικό ανταγωνισμό με την Κίνα.
Μοιραία εγκλωβισμένες στην “παγίδα του Θουκυδίδη”, στον δυνητικά θανάσιμο δηλαδή αυτό ανταγωνισμό, οι ΗΠΑ χρειάζονται περισσότερο από ποτέ την Τουρκία. Επομένως, ό,τι και να κάνει η ελληνική κυβέρνηση ποτέ δεν θα είναι αρκετό για να αντισταθμίσει την προνομιακή σχέση των ΗΠΑ με την Τουρκία. Έχει μετατρέψει τη χώρα μας σε ένα τεράστιο στρατόπεδο, την εμπλέκει ολοένα και βαθύτερα στον πόλεμο της Ουκρανίας και με την αποστολή νέων όπλων. Δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι είναι πειθήνια και προβλέψιμη σύμμαχος. Προσδοκά -μάταια- μια κάποια εξισορρόπηση της τουρκικής πίεσης και ίσως ένα μικρό μερίδιο από τη μελλοντική πίτα της αναδιανομής. Έτσι όμως εκθέτει τον ελληνικό λαό σε ανυπολόγιστους κινδύνους. Τον καλεί επιπλέον να πληρώσει, για χάρη άλλων, ένα δυσβάσταχτο οικονομικό κόστος.
Η κοινή λογική μας υποδεικνύει ως προτιμότερη μια άλλη δίοδο. Ένα από τα αρχαία κινεζικά στρατηγήματα προτρέπει να μην εμπλέκεται κανείς σε συγκρούσεις αλλά να παρακολουθεί τις άνομες συγκρούσεις των άλλων από απόσταση ασφαλείας, “να παρακολουθεί τη φωτιά, πέρα από τον ποταμό”. Γιατί να μην ακολουθήσουμε μια τέτοια τακτική;